Additionally, paste this code immediately after the opening tag:

Γιατί η Ευρώπη… «γκριζάρει»

Της Νάντιας Μιχαλοπούλου

Οι παράγοντες που επιταχύνουν τη γήρανση των Ευρωπαίων – Πώς το φαινόμενο της δημογραφικής γήρανσης επηρεάζει την εργασία και ποιο είναι το μέλλον στο υφιστάμενο εργασιακό μοντέλο

Ο κόσμος γερνάει, αλλά οι Ευρωπαίοι πιο γρήγορα από όλους. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η τελευταία αναθεώρηση των Προοπτικών του Παγκόσμιου Πληθυσμού, τα στοιχεία της οποίας δίνουν την εικόνα του φαινομένου της δημογραφικής γήρανσης. Περίπου το 12% του παγκόσμιου πληθυσμού, που αντιπροσωπεύει περισσότερους από 900 εκατομμύρια ανθρώπους, ήταν ηλικίας 60 ετών και άνω το 2015. Ο αριθμός αυτός προβλέπεται να φθάσει τα 1,4 δισ (16,5% του πληθυσμού) μέχρι το 2030 και τα 2 δισ. το 2050.

Στην Ευρώπη η πρόκληση είναι διπλή: Τα ποσοστά γεννήσεων είναι χαμηλά (με μέσο αριθμό γεννήσεων στην Ευρώπη 1,6 – βάσει στοιχείων της Eurostat, σε αντιδιαστολή με τον αντίστοιχο αριθμό παγκοσμίως να φτάνει στο 2,5) και οι ηλικίες 30-55 ετών (ηλικίες δηλαδή με τη μέγιστη αναπαραγωγική ικανότητα σήμερα) διακρίνονται από μεταναστευτικές τάσεις. Την ίδια ώρα η Γηραιά Ήπειρος καλείται να υποστηρίξει μια αγορά εργασίας με εργαζομένους άνω των 55 ετών (σχεδόν το 61% των ανθρώπων αυτής της ηλικίας στην Ευρώπη είναι οικονομικά ενεργοί – Eurostat), να δημιουργήσει ευκαιρίες για τους νεότερους και να αποφύγει τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες της γήρανσης.

Η προοδευτική γήρανση των κοινωνιών, δεν σημαίνει απαραίτητα βραδύτερη ανάπτυξη, σημειώνει ο Όμιλος Adecco στη τελευταία του μελέτη για τη γήρανση και την απασχόληση (Inovantage 2018). Ούτε οι δύο τάσεις που παρατηρούνται στην αγορά – το γηράσκον εργατικό δυναμικό και η «τέταρτη βιομηχανική επανάσταση» που απαιτεί εργαζόμενους με τεχνολογικές δεξιότητές- είναι ασυμβίβαστες, αναφέρει. Αρκεί οι ικανότητες και η εμπειρία των μεγαλύτερων να αξιοποιούνται σωστά από τις επιχειρήσεις για την αναβάθμιση των υπηρεσιών τους και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να αισθάνονται ενεργοί πολίτες, ώστε να συμβάλλουν στην παραγωγικότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη. «Αν και η αύξηση της συμμετοχής των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων αποτελεί προφανή απάντηση στη γήρανση της περιοχής, οι προβλέψεις δείχνουν ότι σε πολλές χώρες μπορεί να επιτευχθεί και μεγαλύτερη κερδοφορία από την προσφορά αυτού του εργατικού δυναμικού», τονίζεται στη μελέτη.

Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Adecco στην Ελλάδα

«Οικονομικοί παράγοντες αναγκάζουν τους ανθρώπους να εργάζονται περισσότερο για να έχουν ένα εύλογο εισόδημα και μια ποιότητα στη ζωή τους. Η διατήρηση των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας στη δουλειά τους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αποτελεί ζήτημα επιβίωσης, την ώρα που η γήρανση του πληθυσμού δημιουργεί ανησυχίες για τη βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων και της προσφοράς εργασίας. Οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι έχουν πολλά να προσφέρουν στην αγορά εργασίας. Οι επιχειρήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν πια την ποικιλομορφία των γενεών στον χώρο εργασίας. Ένας 65χρονος εργαζόμενος πρέπει να συνεργάζεται αποτελεσματικά με έναν 20χρονο, ενώ και οι δύο πρέπει να είναι σε θέση να κατανοούν ο ένας τον άλλον, να αναγνωρίζουν τα πλεονεκτήματα και τους περιορισμούς τους και να εργάζονται για έναν κοινό στόχο», δηλώνει σχετικά ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Adecco στην Ελλάδα.

Ελεάννα Γαλανάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

«Υπάρχουν δύο κύριες ροές έρευνας στο πλαίσιο των δημογραφικών προκλήσεων όσον αφορά στη διοίκηση των οργανισμών. Η πρώτη αφορά στη διερεύνηση των γενεών και τη δυναμική που συνεπάγεται η συνεργασία στη δουλειά εκπροσώπων από τρεις, μπορεί και τέσσερις διαφορετικές γενιές (μεταπολεμική γενιά, γενιά X, γενιά Y, γενιά Z). Η δεύτερη στο πώς η διαχείριση των ανθρώπινων πόρων πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός εργατικού δυναμικού που «γκριζάρει», καθώς σε ορισμένες χώρες (όπως στην Ελλάδα) το ποσοστό των εργαζομένων άνω των 50 και 55 αυξάνεται συνεχώς. Διαπιστώνουμε ότι τα συστήματα εργασίας υψηλής απόδοσης είναι αποτελεσματικά για τη βελτίωση των επιδόσεων των εργαζομένων όλων των ηλικιών, αλλά ότι ορισμένες λειτουργίες τους (π.χ. επιλεκτική στελέχωση) είναι πιο αποτελεσματικές για τη βελτίωση της απόδοσης των νεότερων εργαζομένων παρά των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων. Σε μια άλλη περίπτωση, καταφέραμε να αναδείξουμε ότι η εργασία από το σπίτι είναι πολύτιμη για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους και ότι αποδίδει υψηλότερα ποσοστά καινοτομίας», σχολιάζει από την πλευρά της η Ελεάννα Γαλανάκη, Οικονομολόγος με ειδίκευση στη Διοίκηση Ανθρωπίνου Δυναμικού και Επίκουρη Καθηγήτρια στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Χώρα… γερόντων η Ελλάδα

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι ηλικίας 65 ετών και άνω αντιπροσωπεύουν το 21,5%, όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη ο μέσος όρος είναι 19,2%. «Η Ελλάδα, μαζί με την Ιαπωνία, την Νότια Κορέα, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία, είναι οι έξι χώρες του κόσμου που… «μεγαλώνουν» ταχύτατα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αναπτύξουμε πολιτικές που θα επιτρέψουν σε αυτό το τμήμα του πληθυσμού να παραμείνει παραγωγικό. Να αποφύγουμε τον κίνδυνο να συρρικνωθεί η αναλογία των ατόμων σε ηλικία εργασίας και να επεκταθεί παράλληλα ο σχετικός αριθμός των συνταξιούχων» προσθέτει ο κ. Μυλωνάς.

Νέοι και ηλικιωμένοι, μαζί στη σύγχρονη αγορά εργασίας;

Από τη συζήτηση για τη δημογραφική γήρανση, εύλογα ανακύπτουν ερωτήματα για το κατά πόσο η διατήρηση των ηλικιωμένων εργαζόμενων στην αγορά εργασίας αυξάνει την ανεργία των νέων. «Κλειδί» στην αντιμετώπιση «κρίσεων» είναι το συνεργατικό πνεύμα, απαντούν οι μελετητές στην έρευνα του Ομίλου Αdecco. Και δίνεται το εξής εύρημα: Σε χώρες που έχουν αυξήσει επιτυχώς τα ποσοστά επαγγελματικής σταδιοδρομίας στις ηλικίες 55-64 ετών, παρά τις πιέσεις ύφεσης, η ανεργία των νέων τείνει να αυξάνεται λιγότερο από ό,τι σε άλλες χώρες. Σε χώρες όπως η Ελλάδα, τα χαμηλά ποσοστά δραστηριότητας για μεγαλύτερης ηλικίας άτομα συνδυάζονται με υψηλή ανεργία των νέων, ενώ σε άλλες χώρες όπως η Γερμανία, τα σχετικά υψηλά ποσοστά δραστηριότητας των ηλικιωμένων συνδυάζονται με χαμηλή ανεργία των νέων. Μάλιστα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τίθεται υπό αμφισβήτηση η άποψη ότι η ανεργία των νέων μειώνεται, αν συνταξιοδοτηθούν πρόωρα οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι. Η προσέγγιση ότι οι παραμονή των ηλικιωμένων στην αγορά εργασίας μειώνει τις διαθέσιμες θέσεις για τους νέους αρχίζει να αλλάζει, καθώς η τεχνολογία δημιουργεί νέες ανάγκες και ευκαιρίες και για τις δύο ηλικιακές ομάδες, αλλά σε πολύ διαφορετικούς τομείς που απαιτούν εντελώς διαφορετικές δεξιότητες.

Στην εποχή του αυτοματισμού

Οι εξελίξεις στα πεδία του ψηφιακού κόσμου και του Διαδικτύου Των Πραγμάτων και η πρόοδος της ιατρικής και της τεχνητής νοημοσύνης ανοίγουν έναν νέο κύκλο ερωταπαντήσεων για τις επιπτώσεις του αυτοματισμού στην αγορά εργασίας. Στο μέλλον, η ζήτηση για μη-τεχνικές δεξιότητες και τη λεγόμενη «ανθρώπινη πινελιά» θα αυξηθεί ραγδαία, σε διάφορους τομείς όπως η ιατρική, σημειώνεται στη μελέτη. «Θα απαιτηθούν τελικά ανθρώπινες δεξιότητες που θα διαδραματίσουν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο σε οργανισμούς που μεταβαίνουν στην ψηφιακή εποχή. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που προηγουμένως εργάζονταν ως σερβιτόροι και διεκπεραιωτές πληρωμών θα μπορούσαν να αναλάβουν θέσεις διαχείρισης εκδηλώσεων και εξυπηρέτησης πελατών. Οι χειριστές των εγκαταστάσεων και των μηχανημάτων θα μπορούσαν να γίνουν ειδικοί τεχνικοί και επόπτες ρομποτικής». Κατά συνέπεια, οι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας – οι οποίοι είναι όλο και πιο πρόθυμοι και ικανοί να παραμείνουν ή να επανέλθουν στους χώρους εργασίας σε όλο τον κόσμο- μπορούν να ωφελήσουν τις επιχειρήσεις στη νέα εποχή του αυτοματισμού, συμπληρώνεται.


 

Σύμφωνα με την έρευνα της Adecco:

  • Οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι τείνουν να είναι καλύτεροι από τους νεότερους εργαζόμενους σε σημασιολογική μνήμη και σε δεξιότητες γλώσσας και ομιλίας σε κοινό.
  • Διαθέτουν επίσης σημαντικές ικανότητες που συνεισφέρουν στην οργάνωση των επιχειρήσεων, την ενοποίηση της γνώσης και τη απρόσκοπτη συνέχιση της λειτουργίας των οργανισμών σε ρευστές περιόδους.
  • Ένα εργατικό δυναμικό με ηλικιακή διαφοροποίηση μπορεί ακόμη και να μειώσει το κόστος αυξάνοντας την οργανωτική δέσμευση και μειώνοντας τις αποχωρήσεις εργαζομένων