Από το «Βασικό Ενστικτο» στη «Φωλιά του Κούκου», Σάρον Στόουν

Στα 62 της χρόνια πρωταγωνιστεί σε νέα σειρά του Netflix, κηρύσσει τον ανένδοτο στον ανορθολογισμό του Ντόναλντ Τραμπ, ενώ είναι πιο σέξι και ακαταμάχητη ακόμα και από την εποχή που εκτέλεσε αριστοτεχνικά το πιο θρυλικό σταυροπόδι στην ιστορία του κινηματογράφου

Αν η Σάρον Στόουν έπρεπε σήμερα να επιλέξει ανάμεσα στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, θα διάλεγε χωρίς να το πολυσκεφτεί τη δεύτερη. Στα 62 χρόνια της έχει πια αρκετό απόθεμα σοφίας για να γνωρίζει ότι στη μικρή οθόνη οι ρυτίδες της λειαίνονται, γίνονται πιο αχνές, σχεδόν εξαφανίζονται. Σε αντίθεση δηλαδή με το σινεμά όπου είθισται να αποτυπώνονται «σαν αχανείς αμερικανικές λεωφόροι», όπως συνηθίζει να λέει στις συνεντεύξεις της με ειλικρίνεια που προκαλεί αμηχανία. Στους άλλους, όχι στην ίδια. Ακόμα πάντως και ως πρόφαση για την προώθηση της νέας σειράς «Ratched» του Netflix να χρησιμοποιεί το παραπάνω λογοπαίγνιο, ο σκοπός φαίνεται να αγιάζει τα μέσα.

Γνωρίζει άλλωστε όσο λίγοι το παιχνίδι της σόουμπιζ και της πρόκλησης – κι αυτό δεν υπονοεί μονάχα την αποκρυστάλλωσή της στο συλλογικό ασυνείδητο χάρη στο επικό, στο πιο διάσημο σταυροπόδι στην ιστορία του σινεμά στην ταινία «Βασικό Ενστικτο» του Πολ Βερχόφεν, εκείνο που της άνοιξε τον δρόμο προς τη δόξα, αλλά και την κερκόπορτα για την υπαρξιακή περιδίνηση. Η Στόουν έχει χορτάσει από φήμη και αναγνώριση, όμως διαθέτει και πλεόνασμα από αμήχανες στιγμές. Για την ακρίβεια, η ζωή της είναι σημαδεμένη από δύο αμήχανες δεκαετίες επαγγελματικής αεργίας. Από τα 40 μέχρι τα 60 της χρόνια βρισκόταν στα αζήτητα από το Χόλιγουντ, δεν υπήρχαν, και κυρίως δεν επινοούνταν ρόλοι για τις γυναίκες που περνούσαν το κατώφλι της ωριμότητας σαν κι εκείνη.

Το 2001 η Αμερικανίδα ηθοποιός ήταν μόλις 43 ετών, προσπαθούσε να ξανακερδίσει τη ζωή που παραλίγο να της στερήσει το αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο που είχε περάσει, αλλά και την κηδεμονία του πρώτου -από τους συνολικά τρεις- υιοθετημένου γιου της από τον δεύτερο σύζυγό της Φιλ Μπρονστάιν. Εμοιαζε ήδη ξοφλημένη. Κι αυτό δεν είναι κακόπιστη κριτική, αυθαίρετο συμπέρασμα ή προϊόν κακεντρέχειας με σκοπό να αποδομήσει το αειθαλές -κατά το δημοσιογραφικό κλισέ- sex symbol της βιομηχανίας του θεάματος. Είναι τα δικά της λόγια. Η Στόουν έχει αποφασίσει να μην επιτρέπει στους άλλους να μιλούν για εκείνη. Διεκδικεί -και φαίνεται να έχει κερδίσει- το δικαίωμα να έχει εκείνη τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο για τον εαυτό της. Εξάλλου και να θέλει να πει κάποιος κάτι για την καριέρα, την ιδιωτική ζωή ή την εξωτερική καλλονή της λογικά θα δυσκολευτεί. Η 62χρονη ηθοποιός με τον κοφτερό δημόσιο λόγο και τις άβολες αλήθειες που ξεστομίζει κατά ριπάς δεν αφήνει περιθώριο για ερμηνείες – και κυρίως για παρερμηνείες.

Η Σάρον στο ντιβάνι

Στο «Ratched», τη σειρά που επισφραγίζει την πολυετή και ακριβοπληρωμένη συνεργασία του Netflix με τον Μίδα των τηλεοπτικών σειρών Ράιαν Μέρφι, η Στόουν υποδύεται μια εκκεντρική πάμπλουτη κληρονόμο με ψυχική διαταραχή που δεν αποχωρίζεται ούτε λεπτό το αγαπημένο της κατοικίδιο, δηλαδή μια μαϊμού -θα προτιμούσε να συμπρωταγωνιστεί με μία τίγρη, αλλά η παραγωγή επέμεινε στη μαϊμού-, και έχει σκοπό της ζωής της να εκδικηθεί τον γιο της. Το prequel της θρυλικής «Φωλιάς του Κούκου» μοιάζει τουλάχιστον ενδιαφέρον και αρκετά ερεθιστικό για χαλαρό binge watching – εκτός από τη Στόουν στη σειρά πρωταγωνιστούν ακόμα η Σάρα Πόλσον, η Σίνθια Νίξον, η Τζούντι Ντέιβις και ο Βίνσεντ Ντ’Ονόφριο. Ωστόσο η 62χρονη σταρ κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να μετατοπίσει το ενδιαφέρον από το τηλεοπτικό προϊόν στην ίδια. Παλιά της τέχνη.

Σε πρόσφατη συνέντευξή της στον βρετανικό Τύπο επέλεξε για μία ακόμα φορά να μη φλυαρήσει, να μην περιαυτολογήσει και να μην αναλωθεί κατά την προσφιλή συνήθεια των διασημοτήτων σε αυτοαναφορικότητες, αλλά να μιλήσει τσεκουράτα. Οπως όταν ρωτήθηκε για τη σημασία της εξωτερικής ομορφιάς, που στην περίπτωσή της είναι αυταπόδεικτη. «Δεν συνειδητοποιείς καν πόσο σημαντική είναι η εμφάνιση μέχρι να αρχίσει να λειτουργεί υπέρ σου. Είναι ένα μεγάλο ηλίθιο ψέμα αν κάποιος σου πει ότι δεν μετράει», είπε. Μπορεί η Στόουν να μην είναι πια το κορίτσι από την Πενσιλβάνια που το 1976 ονειρευόταν να αναδειχθεί Μις στα τοπικά καλλιστεία της περιοχής, όμως φαίνεται ότι δεν έχει αφαιρέσει ούτε μια τόση δα παρωνυχίδα από τον αυθόρμητο και (παρ)ορμητικό νεανικό εαυτό της.
Οχι ότι δεν έχει κάνει και τους συμβιβασμούς της. «Δεν χρειάζεται να μείνεις ένα όμορφο κορίτσι για πάντα και πρέπει πραγματικά να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε το γεγονός ότι είναι ωραίο το να είσαι μια ενήλικη και έξυπνη γυναίκα.

Εάν ο σύντροφός σας δεν το καταλαβαίνει αυτό, δεν είναι ώριμος και δεν πρέπει να είστε μαζί του», κατέληξε. Για να φτάσει σε αυτά τα συμπεράσματα, που ακούγονται και κυρίως είναι απελευθερωτικά για την ίδια, μα και για το ακροατήριό της, η Στόουν πέρασε διά πυρός και σιδήρου. Οι άλλοι την αντιμετώπιζαν για χρόνια ως ένα οξύμωρο σχήμα: μια Barbie με φωνή μπάσα, αχνή, μονίμως βραχνή. Στην πραγματικότητα, οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί δεν ήξεραν τι να την κάνουν. Η διαδρομή της όμως από τη «Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή Νο 4» του 1987 στο περσινό «The Laundromat» του Στίβεν Σόντερμπεργκ μαρτυρά ότι βρέθηκε χώρος και για εκείνο το κορίτσι που άφησε το μόντελινγκ και το συμβόλαιό του με το πρακτορείο Ford στα τέλη των 70s για τη μεγάλη οθόνη. Παρεμπιπτόντως, ο Σόντερμπεργκ την έχει περασμένη στις επαφές του κινητού τηλεφώνου του ως «Sharon Fucking Stone», ενώ η ίδια κατάφερε να γίνει πολλά περισσότερα από απλώς «fuckable», όπως απαιτούσε από εκείνη η βιομηχανία του θεάματος. «Οταν ξεκίνησα σε αυτό τον χώρο ο όρος “fuckable” χρησιμοποιούνταν από στελέχη στα στούντιο για να αξιολογήσουν αν είχε κάποιος το προφίλ για να παίξει κάποιον συγκεκριμένο ρόλο. Κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι και συζητούσαν για τον καθέναν από εμάς εάν ήταν πράγματι “fuckable” με τον ίδιο αγοραίο τρόπο που μια αντροπαρέα σε ένα μπαρ αναλύει αν μια γυναίκα είναι ιδανική για σεξ ή όχι. Για μένα πίστευαν ότι δεν ήμουν», αποκάλυψε πέρυσι σε άλλη συνέντευξή της. Τόσα ήξεραν, τόσα έλεγαν.

Νέμεσις του Τραμπ

Στα 62 χρόνια της η Στόουν θα μπορούσε να είναι απλώς μια όψιμη milf ή έστω μια πρώιμη cougar που γλείφει τις πληγές της σε κοινή θέα και ψυχαναλύεται δημοσίως μέσω των δηλώσεών της. Θα μπορούσε να μοιάζει παρεξηγημένη, παρωχημένη, γραφική σκιά του εαυτού της. Ομως στην πραγματικότητα χρησιμοποιεί το δικό της παράδειγμα για να εμπνεύσει και να αφυπνίσει. Και μετατρέπει την επιρροή ή την όποια επιδραστικότητά της -στο Instagram έχει ποίμνιο 2,3 εκατομμυρίων followers- σε συνισταμένη της κοινής λογικής.

Μεταφέρει πράγματα, απόψεις και πραγματικότητες τόσο αυτονόητες ώστε τελικά σοκάρει. Οπως τους μήνες της κορύφωσης της πανδημίας του COVID-19 στις ΗΠΑ. Από το σπίτι της στο δυτικό Χόλιγουντ, εκείνο που κάποτε ανήκε στον Μοντγκόμερι Κλιφτ, η Στόουν -άβαφη και αφτιασίδωτη, αν και αυτό μηδαμινή σημασία έχει- δημιούργησε ένα βίντεο όπου με σπαρακτικό αλλά όχι λαϊκίστικο λόγο περιέγραψε πώς έζησε η ίδια την πανδημία. Μίλησε για την αδελφή της και τον γαμπρό της που νοσηλεύονταν αμφότεροι σε σοβαρή κατάσταση στη Μοντάνα προσβεβλημένοι από τον κορωνοϊό, για την ανετοιμότητα των αμερικανικών νοσοκομείων, για την έλλειψη σε τεστ, για την εξουθένωση του ιατρικού νοσηλευτικού προσωπικού, για τη γιαγιά και τη νονά της που αμφότερες έχασαν τη μάχη με τον COVID-19. Γιατί το έκανε αυτό; Για να κινητοποιήσει, από τη μια, τους συμπατριώτες της να φορούν μάσκα, να τηρούν τα μέτρα υγιεινής και να μην εθελοτυφλούν μπροστά στο ηλίου φαεινότερο, αλλά και για τους καλέσει να αναλάβουν την ευθύνη της χώρας και του εαυτού τους ψηφίζοντας στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.

«Με τις γυναίκες στην εξουσία θα μπορέσουμε να αγωνιστούμε για τις οικογένειές μας», είπε μεταξύ άλλων στο μήνυμά της, στηρίζοντας την υποψήφια αντιπρόεδρο των Δημοκρατικών Καμάλα Χάρις, ενώ επέλεξε να το ολοκληρώσει με τη σκληρή προτροπή: «Ο,τι κι αν κάνετε, μην ψηφίσετε έναν δολοφόνο».

Επειδή όμως οι αφορισμοί δεν ταιριάζουν καθόλου σε μια γυναίκα που, παρότι στο σινεμά έμαθε να λύνει τα προβλήματα μια κι έξω, με τον παγοκόφτη, στη ζωή επιμένει να τα ερμηνεύει και να τα κατανοεί, επανήλθε εσχάτως στην περίπτωση Τραμπ. Πώς; Ψυχαναλύοντάς τον. Για εκείνη ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ένα πληγωμένο παιδί που ζητά εκδίκηση από τους λάθος ανθρώπους. Το ζήτημα, όπως είπε, είναι ότι πάνω στο παιδικό τραύμα του προέδρου καθρεφτίζονται και ακουμπούν οι εκατομμύρια ψηφοφόροι τα δικά τους απωθημένα, αντί να τα κοιτάξουν στα μάτια και να τα επιλύσουν. Και η Στόουν ξέρει πια στα 62 χρόνια της ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά εκείνος της εσωτερικής συμφιλίωσης καθενός με τον εαυτό του, όσο «fuckable» ή «unfuckable» είναι στα μάτια των άλλων.