Αποκλειστικό: Έμα Χέπμπορν Φέρερ: «Η γιαγιά μου η Όντρεϊ Χέπμπορν»

  Η εγγονή της θρυλικής ηθοποιού, αν και εικαστική καλλιτέχνις, δοκιμάζει τον εαυτό της στη μεγάλη οθόνη. Μιλάει στο «Gala» για την ελληνικής παραγωγής ταινία στην οποία συμμετέχει, τις συνεργασίες της στον κόσμο της μόδας, τη γιαγιά της και τα όνειρά της. Η Οντρεϊ Χέπμπορν δεν ήταν απλά μια ηθοποιός που άφησε το στίγμα της…

 

Η εγγονή της θρυλικής ηθοποιού, αν και εικαστική καλλιτέχνις, δοκιμάζει τον εαυτό της στη μεγάλη οθόνη. Μιλάει στο «Gala» για την ελληνικής παραγωγής ταινία στην οποία συμμετέχει, τις συνεργασίες της στον κόσμο της μόδας, τη γιαγιά της και τα όνειρά της.
Η Οντρεϊ Χέπμπορν δεν ήταν απλά μια ηθοποιός που άφησε το στίγμα της σε κλασικές ταινίες όπως το θρυλικό «Breakfast at Tiffany’s», το οσκαρικό «My Fair Lady» ή το εμβληματικό «Πόλεμος και ειρήνη». Ηταν επίσης ένα διαχρονικό πρότυπο εύθραυστης κομψότητας και δυναμικού προσωπικού στυλ. Επιλέγοντας σταθερά τα κλασικά ρομαντικά φορέματα του οίκου Givenchy, αποτέλεσε την επιτομή της θηλυκότητας λανσάροντας μια μοναδική ενδυματολογική ταυτότητα που στη συνέχεια υιοθέτησε και η πρώτη κυρία της Αμερικής Τζάκι Κένεντι.

Οταν πριν από κάποια χρόνια το περιοδικό «Harper’s Bazaar» είχε την έμπνευση να βάλει στο εξώφυλλό του την εγγονή της Εμα Χέπμπορν Φέρερ, τα αμερικανικά media με νοσταλγικό ενθουσιασμό -και εγκωμιάζοντας τον αριστοκρατικό της αέρα που θύμιζε τόσο πολύ τη γιαγιά της- την έχρισαν το απόλυτο it girl. Το concept της φωτογράφησης ήταν ρετρό, ενώ το hair styling και οι πόζες παρέπεμπαν στην αλησμόνητη Οντρεϊ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι τη φωτογραφική παραγωγή υπέγραφε ο Μάικλ Αβεντον, εγγονός του σταρ της φωτογραφίας Ρίτσαρντ Αβεντον, μπροστά στον φακό του οποίου η Οντρεϊ είχε βρεθεί πολλάκις. Το αποτέλεσμα ήταν τόσο καλαίσθητο ώστε το Empire State Building στη Νέα Υόρκη την ημέρα της επετείου του θανάτου της Οντρεϊ Χέπμπορν ντύθηκε με τη μορφή της εγγονής της. «Την πρώτη φορά που είδα στην τηλεόραση το “Breakfast at Tiffany’s”, το απόλαυσα με τον ίδιο ενθουσιασμό που θα το απολάμβανε και οποιοδήποτε άλλο κορίτσι της ηλικίας μου», αναφέρει η 26χρονη Eμα και συνεχίζει: «Δεν μπορώ να δω την Oντρεϊ Χέπμπορν ως ηθοποιό. Για μένα είναι απλώς οικογένεια. Oταν ήμουν μικρότερη έβλεπα τις ταινίες της ή τις αναφορές στο πρόσωπό της και ένιωθα μπερδεμένη. Δεν ήξερα τι μπορεί να σημαίνει να έχεις γιαγιά μια τέτοια γυναίκα».

Η Eμα Χέπμπορν Φέρερ, που γεννήθηκε τον Μάιο του 1994 στην Ελβετία, προέρχεται από μια αμιγώς καλλιτεχνική οικογένεια. Πατέρας της είναι ο κινηματογραφικός παραγωγός Σον Χέπμπορν Φέρερ, ενώ παππούς της ήταν ο επιτυχημένος ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός -και πρώτος σύζυγος της Χέπμπορν- Μελ Φέρερ. Αξέχαστη έχει μείνει η ερμηνεία του στην ταινία «Πόλεμος και ειρήνη» στο σετ της οποίας γνώρισε και ερωτεύτηκε την Οντρεϊ.

Η Εμα δεν είχε την τύχη να γνωρίσει τη γιαγιά της, καθώς πέθανε έναν χρόνο προτού η ίδια γεννηθεί. Είχε την ευκαιρία, όμως, να μοιραστεί μοναδικές στιγμές με τον παππού της. «Τη γιαγιά μου τη γνώρισα ουσιαστικά μέσα από οικογενειακές διηγήσεις. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν ανθρώπινες ιστορίες, μικρά μυστικά που συνθέτουν την ανθρώπινη διάστασή της και που ως οικογένεια δεν θα μοιραστούμε ποτέ», αναφέρει στο «Gala» και προσθέτει: «Από τον παππού μου κρατώ μοναδικές στιγμές. Μας θυμάμαι να περνάμε πολλά Σαββατοκύριακα μαζί με εξορμήσεις στη φύση και ατελείωτες ιστορίες. Ηταν ένας πολύ γλυκός και άκρως ενδιαφέρων άνθρωπος με τον οποίο μπορούσες να μοιραστείς πολλά». Τελείωσε το σχολείο στη Φλωρεντία αλλά πριν αποφοιτήσει, και με παρότρυνση του πατέρα της, δέχθηκε να ποζάρει ως cover girl για το «Harper’s Bazaar».

Μικρό κοριτσάκι ακόμη, έγινε πρόσωπο της επικαιρότητας, με τα διεθνή πρακτορεία μοντέλων να ανταγωνίζονται για ένα συμβόλαιο μαζί της. Τελικά υπέγραψε με το Storm Management. Το οικογενειακό της δέντρο, αλλά και το παρουσιαστικό της με το λεπτό πρόσωπο, τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια και τα έντονα φρύδια αλά Οντρεϊ τής άνοιξαν διάπλατα τις πόρτες των σημαντικότερων οίκων μόδας. Δούλεψε μεταξύ άλλων, και για τους Dior, Givenchy, Tiffany & Co και έγινε το πρόσωπο της ιαπωνικής εταιρείας luxury καλλυντικών Kosé. «Η συνεργασία που δεν θα ξεχάσω είναι αυτή με τον Dior. Ηταν όνειρο». Τη ρωτώ για τον Givenchy, έναν οίκο του οποίου μούσα υπήρξε η γιαγιά της. «Εκεί έχω ζήσει μοναδικές εμπειρίες. Βρέθηκα ανάμεσα σε υπέροχες, ονειρικές δημιουργίες, που αποτελούν το απάνθισμα της φινέτσας και του στυλ και συνάντησα απίστευτους ανθρώπους. Λόγω της συνεργασίας μου με τον Givenchy γνώρισα τον Πέδρο Αλμοδόβαρ, τον Ρικάρντο Τίσι, τη Μαρίνα Αμπράμοβιτς. Το να βρίσκεσαι ανάμεσα σε τόσο σημαντικούς καλλιτέχνες σού προσφέρει ένα δυσεύρετο αίσθημα πλήρωσης».

Μετά την αποφοίτησή της από το σχολείο η Εμα άρχισε να αμείβεται αδρά ως μοντέλο, οι τέχνες όμως είχαν κεντρίσει από νωρίς το ενδιαφέρον της. Αρχισε να φοιτά στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας και να δοκιμάζει τις δυνάμεις της στον καμβά. Παρότι λόγω της επιτυχίας της στο μόντελινγκ η Αμερική την αντιμετώπιζε ως το απόλυτο it girl, εκείνη ακολουθούσε μια πιο ιντελεκτουέλ πορεία προτιμώντας τις βόλτες σε γκαλερί, θέατρα και χώρους όπου αντάλλαζε απόψεις για τον κινηματογράφο, τη μόδα και τις τέχνες.

Σε μια εποχή όπου τα ριάλιτι αμφίβολης ποιότητας κυριαρχούν στο διεθνές στερέωμα, ο ξένος Τύπος τής δίνει τον τίτλο της «Αnti-Kardashian». Η «New York Post» έγραψε για εκείνη: «Δεν είναι ένα κορίτσι που σπαταλάει τη μέρα του σε άσκοπα και απερίσκεπτα ποσταρίσματα στα social media. Δεν κάνει γκριμάτσες για να κερδίσει ακολούθους και δεν δηλώνει φαν των Καρντάσιαν. Η εγγονή της Οντρεϊ Χέπμπορν έχει μια άλλη νοοτροπία κι έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής». Οταν της το διαβάζω μού απαντά: «Δεν είναι εύκολο να μιλήσω για την Κιμ και τον Κάνιε Γουέστ που τους γνώρισα και μου άρεσαν πολύ. Ωστόσο, αν θέλουν να υποδηλώσουν ότι είμαι το αντίδοτο μιας επιφανειακής νοοτροπίας, δηλώνω κολακευμένη. Αποδέχομαι το κομπλιμέντο».

Η Εμα Χέπμπορν Φέρερ ισορροπεί ανάμεσα σε δύο ρόλους: του μοντέλου και της ζωγράφου. Μήπως όμως όλες οι τέχνες έχουν έναν κοινό παρονομαστή; «Από μικρή είχα μια έκδηλη καλλιτεχνική ανησυχία. Οταν ήμουν στο σχολείο ακόμα θυμάμαι ότι ζωγράφιζα παντού. Η απόφασή μου να φοιτήσω στη Σχολή Καλών Τεχνών ήταν απόλυτα συνειδητή. Σήμερα μπορώ να πω ότι ήταν και κάτι παραπάνω από σωστή». Μιλάμε σε τηλεδιάσκεψη από τη Νέα Υόρκη όπου ζει πλέον. Απολαμβάνει μια γουλιά καφέ και προσθέτει: «Υπάρχουν διάφορες πτυχές της τέχνης που βοηθούν έναν καλλιτέχνη να εκφραστεί.

Για παράδειγμα, πρόσφατα ξεκίνησα τη σκηνοθεσία και παραγωγή ταινιών, βιντεοκλίπ και ταινιών μικρού μήκους. Πρόκειται για μια δραστηριότητα τριών διαστάσεων, με εννοιολογική και οπτική σύνδεση, που φαντάζει σαν ζωγραφική. Οσο γινόμαστε πιο στοχαστικοί εμείς οι καλλιτέχνες τόσο περισσότερο ωριμάζουν οι σκέψεις αυτές μέσα μας και βρίσκουμε εντέλει τρόπους να μεταφέρουμε τις ιδέες μας μέσω διαφορετικών καλλιτεχνικών ταυτοτήτων».

Δεν θα μπορούσα να παραλείψω να τη ρωτήσω πώς αντιμετώπισε η ίδια τους περιορισμούς της πανδημίας: «Θα μπορούσα εύκολα να πω ότι αποτέλεσε έμπνευση για τους καλλιτέχνες. Εννοώ, η ίδια η πανδημία ως περιστατικό που επέφερε έναν νέο τρόπο ζωής – και όχι φυσικά ο τραγικός απολογισμός σε ζωές. Οσο για τη δική μου καθημερινότητα, αυτή δεν άλλαξε πολύ γιατί, έτσι κι αλλιώς, δεν σπαταλιέμαι σε άσκοπες κοινωνικές συναναστροφές. Ο χρόνος όμως που βρήκα για να έρθω σε πιο στενή επαφή με το μέσα μου σαφώς και με εξέλιξε».

Πρόσφατα η πολυσχιδής καλλιτέχνις έκανε και το κινηματογραφικό της ντεμπούτο συμμετέχοντας με έναν μικρό ρόλο στην ταινία «Man in the Attic» σε σκηνοθεσία και παραγωγή του βραβευμένου Κωνσταντίνου Βενετόπουλου. Η ίδια δηλώνει ευτυχής με το κινηματογραφικό της εγχείρημα. «Είναι υπέροχο να γεμίζεις τη ζωή σου με νέες εμπειρίες και να αποκτάς καινούριους φίλους. Η συνεργασία μου με τον Κωνσταντίνο ήταν μοναδική». Η ταινία πρόκειται να φιλοξενηθεί σε κινηματογραφικά φεστιβάλ και μετά θα βγει στις αίθουσες.

Γνωρίζοντας ότι πριν από κάποια χρόνια είχε επισκεφθεί την Ελλάδα, σπεύδω να τη ρωτήσω τις εντυπώσεις της: «Το 2016 ταξίδεψα στην Ελλάδα με την Υπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, καθώς είμαι Πρέσβειρα της UNICEF. Συνεργάστηκα με Σύρους και Αφγανούς πρόσφυγες, στους καταυλισμούς. Με συγκίνησαν πολύ η ζεστασιά και η φιλοξενία που προσφέρουν οι Ελληνες στους ανθρώπους αυτούς, καθώς και η ενσυναίσθηση με την οποία τους αντιμετωπίζουν. Ομολογώ ότι ήταν από τις πιο ιδιαίτερες και έντονες ημέρες της ζωής μου και πραγματικά ανυπομονώ να επιστρέψω».

Η κουβέντα μας κλείνει όπως άρχισε: με την Οντρεϊ Χέπμπορν. «Για εμένα η Οντρεϊ, η γιαγιά μου, αντιπροσωπεύει πολλά. Τη διαχρονικήκομψότητα, τη χάρη, την καλοσύνη, την ανιδιοτέλεια. Πάνω απ’ όλα, όμως, αντικατοπτρίζει τη συμπόνια, μια έννοια στην οποία φροντίζω να εμβαθύνω καθημερινά». Είναι δύσκολο άραγε να φέρεις δύο τόσο βαριά επώνυμα, Χέπμπορν και Φέρερ; «Ναι. Πολύ δύσκολο. Ολη μου τη ζωή βιώνω έναν διαρκή εσωτερικό πόλεμο για το αν είμαι αρκετά καλή και δυνατή για να φέρω αυτά τα δύο επώνυμα. Μεγαλώνοντας συνειδητοποιώ ότι ο καθένας δημιουργεί το δικό του πεπρωμένο και είναι αρχιτέκτονας της δικής του ζωής και παρηγορούμαι. Θέλω να ελπίζω, εξάλλου, ότι θα καταφέρω να ολοκληρώσω πράγματα που οι πρόγονοί μου πιθανώς δεν πρόλαβαν, κι αυτό για μένα είναι ένας πολύ ενδιαφέρων τρόπος να συνεχίσω αυτό που κουβαλώ ως κληρονομιά»