Μαρία Λεμονιά
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά έργα που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Διήρκησε γύρω στα επτά χρόνια με φαντασμαγορικό αποτέλεσμα το οποίο πρόκειται να φέρει την τέχνη ακόμη πιο κοντά στο κοινό. Επιστήμονες και εργάτες δουλεύουν εδώ και καιρό νυχθημερόν προκειμένου μέσα στο 2021 να παραδώσουν στους Έλληνες πολίτες μια Εθνική Πινακοθήκη εφάμιλλη των μεγάλων μουσείων του κόσμου. Το κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης αρχικά σχεδιάστηκε το 1964 από τους καθηγητές της Αρχιτεκτονικής Παύλο Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρο και υπαγόταν στις αρχές του μοντερνισμού. Με το πέρασμα των χρόνων και τη συλλογή όλο και περισσότερων έργων, οι κτιριακές εγκαταστάσεις μοιραία ήρθαν αντιμέτωπες με την ανάγκη μιας ριζικής ανακαίνισης.
Χάρη στις αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις που υπογράφουν οι αρχιτέκτονες Πάνος Γραμματόπουλος, Χρήστος Πανουσάκης και Διονύσης Βασιλόπουλος, η νέα Πινακοθήκη θα είναι ένα ακόμη κόσμημα για την Αθήνα. Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, στο παλαιό κτίριο των περίπου 9,5 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων έχουν προστεθεί άλλα 11 χιλιάδες, υπερδιπλασιάζοντας τους λειτουργικούς του χώρους που πλέον φτάνουν τα περίπου 21 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα. Το μουσείο αποκτά πρόσθετους εκθεσιακούς χώρους, σύγχρονες αποθήκες έργων τέχνης, αμφιθέατρο 235 θέσεων, χώρο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αίθουσα υποδοχής όπου θα φιλοξενείται -εκτός από το εκδοτήριο εισιτηρίων και το βεστιάριο- μεγάλο πωλητήριο και σαλόνι ψηφιακής πληροφόρησης. Η «Λαϊκή αγορά» (λάδι σε καμβά) του Παναγιώτη Τέτση, ένα έργο μνημειακών διαστάσεων θα υποδέχεται το κοινό με ένα ευανάγνωστο μήνυμα: η Εθνική Πινακοθήκη είναι ανοιχτή για όλο τον κόσμο, όπως μια λαϊκή αγορά. Η λαϊκή αγορά είναι ένα πανηγύρι των αισθήσεων. Το ίδιο και η τέχνη. Μόνο που η απόλαυση που μας προσφέρει η τέχνη είναι πνευματική.
Καλωσορίσατε στον Ναό της Τέχνης
Στο ισόγειο ο επισκέπτης συναντά το εκδοτήριο εισιτηρίων, το πωλητήριο, το βεστιάριο, ενώ ακριβώς από κάτω, τοποθετείται το αμφιθέατρο και δίπλα του το κυλικείο το οποίο έχει και πρόσβαση στον κήπο. Δεξιά από την πρόσοψη έχει δημιουργηθεί μια γυάλινη «σπείρα» που οδηγεί στην αίθουσα περιοδικών εκθέσεων, στο αμφιθέατρο και το ισόγειο καφέ. Στο πρώτο επίπεδο του υπογείου βρίσκονται οι αίθουσες ενημέρωσης και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, στο δεύτερο η αίθουσα περιοδικών εκθέσεων, ενώ στο τρίτο οι αποθηκευτικοί χώροι των έργων τέχνης. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η πτέρυγα «Σταύρος Νιάρχος», η οποία δημιουργείται με χορηγία ύψους 13 εκατ. ευρώ του Ιδρύματος Νιάρχος.
Ένα γυάλινο προπέτασμα και κεκλιμένα επίπεδα εξασφαλίζουν περιπατητική πρόσβαση στους ορόφους με πανοραμική θέα της πόλης και του Λυκαβηττού. Τέλος, η μουσειογραφική μελέτη, η οποία ανατέθηκε στο γραφείο του καθηγητή Γιώργου Παρμενίδη και της Christine Longuepée, δημιουργεί στους χώρους του νέου μουσείου μια ατμόσφαιρα λιτής πολυτέλειας.
Ο άνθρωπος-κλειδί και η πρώτη έκθεση
Από τον Ιανουάριο του 1992, διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης είναι η καθηγήτρια Ιστορίας Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα. Από την αρχή της θητείας της έχει μοιραστεί τη φιλοσοφία της, τονίζοντας: «Θέλω η Εθνική Πινακοθήκη να γίνει το σπίτι όλων των Ελλήνων. Η τέχνη είναι προνόμιο των πολλών». Οι δηλώσεις της έδιναν το στίγμα μιας πολιτικής που έθετε ως πρωταρχικούς της στόχους το άνοιγμα του Μουσείου στο ευρύ κοινό και την επέκταση των δραστηριοτήτων του και στην Περιφέρεια. Κατά γενική παραδοχή, τους πέτυχε και τους δύο. Με τη νέα λαμπρή παρουσίαση των μόνιμων συλλογών, με την οργάνωση σημαντικών εκθέσεων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών που γνώρισαν ρεκόρ επισκεπτών, με τη δημιουργία νέων παραρτημάτων όπως η Εθνική Γλυπτοθήκη στο Γουδί, το αφιερωμένο στην Επανάσταση του ’21 Παράρτημα Ναυπλίου, το Παράρτημα Κέρκυρας, το Μουσείο Καπράλου στην Αίγινα, αλλά και τον εκσυγχρονισμό της Κουμανταρείου Πινακοθήκης Σπάρτης. Οι συλλογές του Μουσείου εμπλουτίστηκαν με περισσότερα από 3.000 έργα από δωρεές και αγορές, ξεπερνώντας πλέον τα 20.000. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι όλες οι δράσεις της Εθνικής Πινακοθήκης καλύφθηκαν κατά πολύ μεγάλο μέρος από χορηγίες.
Η καθηγήτρια Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα αναφέρει: «Το παλαιό κτίριο δεν ανταποκρινόταν πλέον στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου μουσείου. Οι εκθεσιακοί του χώροι ήταν περιορισμένοι, ενώ οι αποθήκες ανεπαρκείς σε έκταση και χωρίς τις κατάλληλες συνθήκες, δεν μπορούσαν να στεγάσουν τα 20.000 έργα των συλλογών, οι οποίες είχαν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Ακόμα και τα εργαστήρια συντήρησης, η μοναδική βιβλιοθήκη Ιστορίας της Τέχνης, τα γραφεία διοίκησης ασφυκτιούσαν.
Η απουσία αμφιθεάτρου, χώρου εκπαιδευτικών προγραμμάτων, πωλητηρίου, καφέ-εστιατορίου δεν επέτρεπαν στο Μουσείο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του κοινού, που είχε πολλαπλασιάσει τα τελευταία χρόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Εθνική Πινακοθήκη είναι ένας αγαπητός χώρος πολιτισμού αν αναλογιστούμε ότι υποδέχτηκε 5,5 εκατομμύρια επισκέπτες από το 1992 έως το 2013, τη χρονιά δηλαδή που έκλεισε για την ανακαίνισή της».
Κάνει μια παύση και συνεχίζει: «“Να είμαστε ρεαλιστές, να αναζητάμε το αδύνατο”. Στη ζωή μου έχω υιοθετήσει το σύνθημα του παρισινού Μάη του ’68. Το έχω μάλιστα δηλώσει πολλές φορές. Όταν οι στόχοι σου είναι απλά ρεαλιστικοί θα φτάσεις κάπου εντεύθεν των ορίων σου. Αν βάλεις στόχο αυτό που εγώ ονομάζω δημιουργική ουτοπία, αν δεν λυγίσεις από τις αναπόφευκτες δυσκολίες, αν εργάζεσαι συστηματικά και παράλληλα διατηρείς αμείωτο τον ενθουσιασμό σου και καταφέρεις να τον μεταδώσεις σε πρόσωπα-κλειδιά για την ευόδωση του σκοπού σου, είναι βέβαιο ότι θα φτάσεις κάποτε στο ποθητό αποτέλεσμα. Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα τα καθήκοντά μου ως διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης συνειδητοποίησα ότι το κτίριο όπου στεγάζονταν οι θησαυροί της νεότερης ελληνικής τέχνης δεν πληρούσε πλέον κανέναν από τους όρους λειτουργίας ενός σύγχρονου μουσείου. Μου το διαβεβαίωναν άλλωστε και οι άξιοι συνεργάτες που ζούσαν καθημερινά τα προβλήματά του. Το στοίχημα που έβαλα με τον εαυτό μου, με τη σύμφωνη γνώμη και συμπαράσταση των εξαίρετων συναδέλφων μου, ήταν να καταστρώσουμε ένα στρατηγικό σχέδιο αναβάθμισης και προβολής της Πινακοθήκης, σαν να είχαμε στη διάθεσή μας το πιο σύγχρονο μουσείο. Άλλωστε, καταφέραμε να κάνουμε σωστικές επεμβάσεις στο κτίριο που μας επέτρεψαν να εκθέσουμε με λαμπρότητα τις συλλογές και να αναπτύξουμε μιαν εκπληκτική εκθεσιακή δραστηριότητα.
Οι φιλότεχνοι περίμεναν υπομονετικά να απολαύσουν εκθέσεις όπως “Από τον Θεοτοκόπουλο στον Σεζάν”, “El Greco, ταυτότητα και μεταμόρφωση”, ή “Το Φως του Απόλλωνα”, “Ιταλική Αναγέννηση και Ελλάδα”, “Αθήνα-Μόναχο”, “Αθήνα-Παρίσι”, για να αναφέρω μόνο μερικές από τις μεγάλες επιτυχίες της Πινακοθήκης. Η πολιτική ηγεσία έδειχνε ολοένα και πιο ζωηρό ενδιαφέρον για το ανοιχτό θέμα της επέκτασης του μουσείου, που δεν έπαψα ούτε στιγμή να θέτω σε απόλυτη προτεραιότητα. Και ιδού, ύστερα από τόσους αγώνες, τόσα υπομνήματα, το σχεδόν ουτοπικό όραμα έγινε πραγματικότητα. Το υπέροχο νέο μουσείο θα ανοίξει σε λίγο τις πύλες του για να υποδεχτεί όλους όσοι το αγάπησαν και όσοι περιμένουν να το γνωρίσουν. Η υπέροχη ελληνική τέχνη, που έχει γράψει τη δική της εποποιία, είναι ομήλικη και ομογάλακτη με το νεότερο ελληνικό κράτος. Και όπως και εκείνο γεννήθηκε εκ του μηδενός και αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα. Οι Έλληνες καλλιτέχνες συχνά ξεπέρασαν τους Ευρωπαίους δασκάλους τους και τα έργα τους διεκδικούν δίκαια μια ξεχωριστή θέση στην παγκόσμια ιστορία της τέχνης».
Τον Οκτώβριο του 2021 η Εθνική Πινακοθήκη θα υποδεχτεί τη μεγαλειώδη έκθεση «Η Τέχνη του πορτρέτου στις συλλογές του Λούβρου», η οποία περιλαμβάνει περισσότερα από 200 έργα που καλύπτουν την ιστορία της προσωπογραφίας από την Προϊστορία έως τον Ντελακρουά. Με την έκθεση αυτή θα εγκαινιαστεί η εντυπωσιακή αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων του νέου μουσείου. Αν το επιτρέψει η πορεία της πανδημίας, οι εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση θα ξεκινήσουν από την ανακαινισμένη Πινακοθήκη της Αθήνας.