του Δημήτρη Παγαδάκη
Εκείνο το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, στις αρχές Ιουνίου του 2015, τα μεγάλα και πολυτελή σκάφη ιδιοκτησίας της εγχώριας επιχειρηματικότητας και της εφοπλιστικής κοινότητας έδιναν ραντεβού στην «αρχόντισσατων Κυκλάδων». Από τη συνοικία Βαπόρια, στο βόρειο τμήμα του λιμανιού της Ερμούπολης με τα αρχοντικά καπετανόσπιτα, η θέα του ασφυκτικού συνωστισμού των mega yachts χάριζε στη Σύρο αύρα Μόντε Κάρλο.
Ανάμεσα σε άλλες εντυπωσιακές θαλαμηγούς βρισκόταν και το 43μετρο σκαρί του «Tyndareo». Τυπωμένο στα αγγλικά αλλά με κλασικούς αρχαιοελληνικούς χαρακτήρες, το όνομα του γιοτ παρέπεμπε στον μυθικό βασιλιά της Σπάρτης Τυνδάρεω, πατέρα της Ωραίας Ελένης. Στην πραγματικότητα, λένε όσοι γνωρίζουν, το σκάφος ήταν βαφτισμένο από τον ομώνυμο τίτλο πίνακα αναγνωρισμένου διεθνώς Ελληνα ζωγράφου που κοσμούσε το εσωτερικό σαλόνι του. Μόνο που για μία ακόμη φορά ο πανύψηλος, αθλητικός, ευθυτενής, ιδιοκτήτης του δεν φάνηκε στο σκεπαστό πρυμνιό ντεκ, όπως συνήθιζε παλιότερα.
Οι πλοιοκτήτες σκαφών αναψυχής που τα είχαν δέσει παραπλεύρως του δικού του στο ντόκο του νησιού το ’χαν «δεμένο» πως αναπαυόταν σε μία από τις 7-8 άνετες καμπίνες του. Δεν γινόταν να μην έδινε το «παρών» εν πλω ένας δοκιμασμένος λάτρης της θάλασσας, εραστής των σπορ της και αφοσιωμένος κολυμβητής. Αλλά δεν αναρωτήθηκαν γιατί το άλλοτε πλημμυρισμένο με βουερούς καλεσμένους σκάφος έμοιαζε τώρα βουβό. Καθησυχασμένοι από τη σιγουριά που απέπνεε η ερμητική αυτοαναφορικότητά τους, δεν ρώτησαν καν γι’ αυτόν τη σύζυγό του Δήμητρα που παραβρέθηκε χωρίς τη συνοδεία του, εκείνες τις μέρες, σε πολιτιστικό γεγονός του νησιού.
Ωστόσο, εκείνος έλειπε. Παρών και απών ταυτόχρονα. Εδώ και μερικά χρόνια είχε αποσυρθεί από τις κοινωνικές συναναστροφές, την επαγγελματική δραστηριοποίηση και τα χόμπι του. Για τον άλλοτε αρχοντικό και φιλόξενο οικοδεσπότη, οι καλαίσθητες δεξιώσεις που παρέθετε επί μια δωδεκαετία κάθε φορά στα Θεοφάνια, στο ιδιοκτησίας του εμβληματικό ξενοδοχείο «Παλάς» της πλατείας Κεφαλαρίου, ήταν από καιρό παρελθόν. Ο ευγενικός, δραστήριος και υψηλού διεθνούς επιπέδου μάνατζερ είχε πλέον απομακρυνθεί από το γραφείο του και αποστασιοποιηθεί από κορυφαίες διοικητικές θέσεις.
Η τελευταία δημόσια εμφάνισή του χρονολογείτο στο 2005, όταν μαζί με τον αδελφό του εγκαινίασε ένα εργοστάσιο της εταιρείας του στο Αμύνταιο. Εκτοτε σιωπή. Ελάχιστοι γνώριζαν, πέρα από τον στενό οικογενειακό και επαγγελματικό του κύκλο, ότι ο «χημικός» βίωνε με γενναιότητα και διακριτικότητα μια σκληρή μοίρα, χτυπημένος από τη μάστιγα του Αλτσχάιμερ. Κρίμα. Η ζωή επεφύλασσε, δυστυχώς, από πολύ νωρίς και πιο πολύ άδικα το στενάχωρα βασανιστικό υστερόγραφό της σε έναν πρωτοπόρο, οραματιστή και δημιουργικό άνθρωπο. Τον Κυριάκο Φιλίππου που με τις καινοτομίες του άλλαξε τη βιομηχανία τροφίμων στην Ελλάδα διαδίδοντας το όνομα της εταιρείας του και τα παγκόσμιας αποκλειστικότητας προϊόντα της στα πέρατα του κόσμου.
Θαρραλέες κινήσεις
Μεγάλων κυβικών επιχειρηματίας, σοβαρός και ανεξάντλητος μάνατζερ, είχε χαρίσει ρυθμικά τον τόνο στο ελληνικό επιχειρείν με τις θαρραλέες του κινήσεις. Το οικονομικό ρεπορτάζ και οι ανταγωνιστές του παρακολουθούσαν από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 με ανάμεικτο θαυμασμό, αμηχανία ίσως και δόσεις ζήλιας τη δυναμική επέκτασή του.
Σε μια περίοδο ραγδαίας αποβιομηχάνισης της χώρας αυτός επένδυε σε βιομηχανικές μονάδες παραγωγής και προχωρούσε με έντονη ενεργητικότητα σε εντυπωσιακές εξαγορές και συγχωνεύσεις. Δεν ήταν το στερεοτυπικό αφεντικό μιας πατροπαράδοτης ελληνικής οικογενειακής επιχείρησης. Ηταν ένας non-greek style business leader, που λένε και στα ελληνικά. Ρεαλιστής, μοντέρνος και συνάμα διορατικός, κινητοποιούνταν από το κίνητρο της ανάπτυξης, σκιαγραφώντας με αδρές γραμμές τη φιγούρα ενός αεικίνητου σκαπανέα που άνοιγε οργανωμένα και δημιουργικά δρόμους προόδου.
Αγόρασε τα άλευρα και τα μπισκότα Αλλατίνη από τον κληρονόμο της επιχείρησης και πολιτικό Στέφανο Μάνο, πήρε τις φρυγανιές Elite, αλλά και την ανταγωνιστική τους εταιρεία Βοσινάκη, απέκτησε και τα αρτοσκευάσματα Κρις Κρις, ενώ έθεσε υπό την επιχειρηματική κατοχή του Filippou Investments Group και την παραδοσιακή ΕΒΓΑ, νυν EMFI, με τα ομώνυμα προϊόντα παγωτού και γάλακτος. Μη φανταστεί κανείς ότι επρόκειτο, τότε, για τίποτε ανθηρές επιχειρήσεις.
Την εποχή που τις εξαγόρασε σώζοντας αμέτρητες θέσεις εργασίας, αυτές παρέπαιαν. Ολες αυτές τις εταιρείες, από τα πιο αναγνωρίσιμα προϊόντα τροφίμων στην Ελλάδα, καθώς και τις Αγαν Εμπορική και Μόρνος, που δημιούργησε ως σύγχρονη μονάδα παραγωγής προϊόντων συσκευασίας, τις ενέταξε στο χαρτοφυλάκιο της εταιρείας συμφερόντων του Elbisco, δρομολογώντας για το κάθε ξεχωριστό επώνυμο σήμα μια νέα αποδοτική σταδιοδρομία στα ράφια των σούπερ μάρκετ.
Για έναν καλλιεργημένο επιχειρηματία, όπως αυτός, με έφεση και βαθιά γνώση των μαθηματικών, σε κάθε πρόβλημα αντιστοιχούσε και η κατάλληλη λύση. Αρκετοί από τους στενούς συνεργάτες του εκείνης της εποχής εκτιμούσαν ότι οι ενέργειες του Κυριάκου αποσκοπούσαν στο να βρίσκεται με το ένα πόδι έξω ή, τέλος πάντων, στοιχισμένος παράλληλα με την επιχειρηματική παρέλαση της ΦΑΓΕ. Με τον αδελφό του Γιάννη, όπως συμβαίνει συνήθως στα αδέλφια που συνεργάζονται υπό την ίδια επαγγελματική στέγη, είχαν συχνά άλλη οπτική ως προς τις προοπτικές του οικογενειακού ομίλου. Εξάλλου, και ως χαρακτήρες ήταν διαφορετικοί.
Ο Γιάννης Φιλίππου ανέκαθεν ανοιχτός, χαλαρός, εκδηλωτικός, κοινωνικός, λάτρης των αγώνων ράλι και επί δωδεκαετία μεγαλομέτοχος και πρόεδρος της μπασκετικής ΑΕΚ, ήταν η εμπορική καρδιά της κοινής επιχείρησης. Αντίθετα, ο Κυριάκος Φιλίππου, όχι κατ’ ανάγκη εσωστρεφής, πιο λιγομίλητος, συγκρατημένος, πειθαρχημένος και ταυτόχρονα πρακτικός, αποτελούσε το βιομηχανικό μυαλό της ΦΑΓΕ. Ωστόσο, παρά τις εκάστοτε διαφωνίες τους, το αίμα νερό δεν γίνεται, όπως και η θάλασσα δεν γίνεται ποτέ γιαούρτι.
Πράγμα που ο χημικός Κυριάκος γνώριζε άριστα. Οπως επίσης είχε πλήρη επίγνωση του ρόλου των καταλυτών στις χημικές αντιδράσεις. Ο συγκερασμός, άλλωστε, των προσωπικοτήτων των δύο αδελφών άνοιξε τον δρόμο της διεθνούς επιτυχίας ήδη από τα τέλη των 70s, όταν ξεκίνησαν από κοινού να χτυπάνε πόρτες στο εξωτερικό για να εξαγάγουν τα προϊόντα τους. Αγκαζέ, σκυφτοί και περονιασμένοι από την υγρασία του βροχερού Λονδίνου, τα δύο αδέλφια κάποτε στήθηκαν, κυριολεκτικά, έξω από τα κεντρικά γραφεία μεγάλης αλυσίδας σούπερ μάρκετ του Ηνωμένου Βασιλείου, προκειμένου πρώτα να γίνουν δεκτοί και κατόπιν να πείσουν τα διοικητικά στελέχη της για την αξία του μοναδικού γιαουρτιού που παρήγε η ΦΑΓΕ. Μαζί το κατάφεραν.
Ο Κυριάκος Φιλίππου, θυμούνται στελέχη που δούλεψαν μαζί του, διακρινόταν ανέκαθεν από την επιμονή του για ανάπτυξη, καθώς και την εμπιστοσύνη που έχτιζε εκ βάθρων με τους διαχρονικούς συνεργάτες του. Είχε το ταλέντο να τους εμπνέει ξεδιπλώνοντας τα οραματικά του σχέδια και να αντλεί από αυτούς το μέγιστο της απόδοσής τους. Ενέπνεε σεβασμό ανάμεικτο με θαυμασμό, όταν στη διαφανή κρυστάλλινη επιφάνεια του γραφείου του δεν υπήρχε τίποτε άλλο, ούτε χαρτιά, στιλό, κομπιούτερ, κορνίζες, παρά μόνο ένα τηλέφωνο. Και όταν προσέρχονταν στο γραφείο του φορτωμένα φακέλους και μηχανογραφικά χαρτιά τα κορυφαία στελέχη της δαιδαλώδους επιχείρησής του, αυτός τους εντυπωσίαζε με την εξαιρετική και αλάνθαστη μνήμη του.
Διέθετε ένα εξαιρετικά συγκροτημένο μυαλό από το οποίο ανέσυρε με λεπτομερή ακρίβεια αριθμούς, σούμες, κόστη, συνέθετε και ανασυνέθετε στιγμιαία πρωτοβουλίες και δράσεις. Ντόμπρος, σταράτος, δίκαιος και γαλαντόμος, με κοινό παρονομαστή της συμπεριφοράς του τις σχέσεις αμοιβαιότητας που καλλιεργούσε, ανέπτυσσε στέρεο περιβάλλον ομαδικότητας προσηλωμένης σε κοινό στόχο. Γι’ αυτό και όταν μεγάλα, κατά καιρούς, διαστήματα απουσίαζε από το γραφείο, όλα δούλευαν ρολόι.
Το γαλατάδικο στην Πατησίων
Γεννημένος το 1939 στην Αθήνα, μεγάλωσε στους κόλπους μιας δεμένης οικογένειας μικροπαραγωγών και μικρεμπόρων. Ο παππούς του Γιάννης Φιλίππου, τσέλιγκας, με πρόβατα και κατόπιν βοοειδή, ξεκίνησε από τον Δάφνο, πρώην Βοστινίτσα των Βαρδουσίων της Φωκίδας. Η οικογένεια Φιλίππου διατηρεί ακόμη αναστηλωμένο το καταγωγικό σπίτι και κάθε χρόνο επί σειρά ετών συγκεντρωνόταν εκεί ανήμερα του Αγίου Νικολάου, που γιορτάζει ο ομώνυμος ναός, τον οποίο ανακαίνισε με δωρεά της. Οπως και να ’χει, πριν από έναν και βάλε αιώνα, ο πολύστροφος κτηνοτρόφος και δεξιοτέχνης τυροκόμος παππούς αντιλήφθηκε πως με τους βαρείς χειμώνες στις ορεινές άκρες της Πίνδου και τους ποιμενικούς ξενιτεμούς στα χειμαδιά δεν θα ’βλεπε προκοπή. Θα ’μενε μια ζωή τσομπάνης. Το πήρε απόφαση.
Τράβηξε φιλόδοξα με τα κοπάδια του νοτιότερα σε πιο πεδινά εδάφη και σύντομα κατάλαβε ότι η μαζική κατανάλωση έτρεφε τη μεγάλη παραγωγή και η κοντινή απόσταση στον καταναλωτή κρατούσε φρέσκο το προϊόν. Εφτασε το 1919 στις παρυφές της Αθήνας και έστησε τολμηρά ένα βουστάσιο στον Αγιο Λουκά, στα εξοχικά, τότε, της πρωτεύουσας Πατήσια. Ατενίζοντας το μέλλον έφτιαξε το 1922 και το «γενέθλιο» γαλατάδικό του στην Πατησίων 213, στη γωνία με την οδό Ουίλιαμ Κινγκ, το οποίο ανέλαβαν να τρέξουν οι γιοι του Θανάσης και Κώστας.
Οι δουλειές πήγαν καλά, ενώ το πολιτικό φόντο της χώρας βάραιναν η Μικρασιατική Καταστροφή και ο εθνικός διχασμός. Η ανέλπιστη επιτυχία του καταστήματος στα χρόνια του Μεσοπολέμου έφερε το 1935 και το δεύτερο μαγαζί, δυο βήματα παραδίπλα, στην Πατησίων 217, στο ισόγειο ενός νεοκλασικού διώροφου κτιρίου. Με την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη ναζιστική κατοχή, τα ζώα επιτάχτηκαν, οι Γερμανοί κατέστρεψαν το μαγαζί και του έβαλαν λουκέτο. Αναγκαστικά η οικογένεια Φιλίππου με το 4χρονο τότε νήπιο Κυριάκο επέστρεψε άρον άρον στον Δάφνο να γλιτώσει από τη θανατηφόρα πείνα που ξεκλήριζε την Αθήνα.
Μετά τον Πόλεμο και τον Εμφύλιο το μαγαζάκι άνοιξε δειλά-δειλά και πάλι. Ο πατέρας του Γιάννη και του Κυριάκου, Θανάσης, ξεκίνησε να φτιάχνει και να πουλά τυποποιημένο βούτυρο, ενώ μοίραζε χύμα γάλα και γιαούρτι στους κατοίκους, αρχικά, της γειτονιάς. Ο ιδιοκτήτης είχε, τότε, την ευφυή έμπνευση να βαφτίσει τη μικρή του επιχείρηση του με το αρκτικόλεξο ΦΑΓΕ, δηλαδή Φιλίππου Αδελφοί Γαλακτοκομικές Επιχειρήσεις, επωνυμία που δήλωνε ταυτόχρονα και γαστριμαργική προτροπή.
Η αρχή μιας βιομηχανίας
Στα χρόνια της δεκαετίας του ’50 που ακολούθησαν, το γαλακτοπωλείο επεκτάθηκε δημιουργώντας την πρώτη αλυσίδα χονδρικής διανομής γιαουρτιού στη χώρα. Ο Γιάννης ρίχτηκε με τα μπούνια στη δουλειά, κάνοντας παραδόσεις με ένα ασουλούπωτο φορτηγάκι που ο πατέρας του αποκαλούσε «θωρηκτό τσέπης», ενώ κατά την επιστροφή του τον καλωσόριζε περιπαικτικά λέγοντάς του «καλώς τον βιομήχανο!». Πού να ’ξερε ότι, εν αγνοία του τότε, έκανε μια προφητεία;
Ο Κυριάκος, από τη μεριά του, διέπρεπε ως μαθητής στο σχολείο του, το θρυλικό 8ο Γυμνάσιο της οδού Νικοπόλεως στην πλατεία Κολιάτσου. Ως αριστούχος στα μαθήματα θετικής κατεύθυνσης, ανοιγόταν μπροστά του ο μονόδρομος των ανώτατων σπουδών. Μπήκε μετά από εξετάσεις στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ, αποφοίτησε με άριστα και υπηρέτησε τη θητεία του στο Βασιλικό, τότε, Ναυτικό. Οπως αντιδρούν συνήθως οι κολλημένοι με την επιστήμη τους, δεν ασχολήθηκε με το οικογενειακό, προσοδοφόρο εμπορικό κατάστημα. Δεν το σνόμπαρε, ούτε αδιαφορούσε, αλλά δεν σαγηνευόταν κιόλας. Πάντα θα ήταν «ο χημικός».
Προσλήφθηκε στο υπουργείο Βιομηχανίας όπου του ανοιγόταν στρωμένη μια εξελίξιμη δημοσιοϋπαλληλική καριέρα. Μάταια ο πατέρας του τον παρακαλούσε να γυρίσει στο μαγαζί. Ο ίδιος το αντιμετώπιζε σαν μια βιοτεχνία μικρής κλίμακας παραγωγής και διανομής, όπως πράγματι ήταν. Τα δικά του σχέδια ήταν μεγαλύτερα, αλλά ταυτόχρονα ισορροπημένα και γήινα. Χρειαζόταν μόνο τον σπινθήρα για να τα εκκινήσει. Στα χρόνια που υπηρετούσε στο υπουργείο είχε την ευκαιρία να προσεγγίσει εκ του σύνεγγυς μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και ως παρατηρητικός να αφομοιώσει τις μεθόδους της γραμμής παραγωγής τους. Στις διάφορες βιομηχανικές εκθέσεις που επισκεπτόταν το ενδιαφέρον του επικεντρωνόταν στους ομογενοποιητές, τα ισχυρά εργαλεία ανάμειξης και ομογενοποίησης των εναιωρημάτων στερεού-υγρού και υγρού-υγρού.
Παράλληλα, ανήσυχος, πειραματιζόταν σε καινοτόμες τεχνικές. Ανακάλυψε τον τρόπο αδρανοποίησης του γιαουρτιού με αφαίρεση του νερού από το μείγμα ώστε να μπορεί να τυποποιηθεί και να διαρκεί περισσότερο. Και επιπλέον έφτιαξε τη δική του πρωτοπόρα τεχνολογική εφαρμογή ομογενοποιητή γαλακτοκομικών για χρήση σε βιομηχανική κλίμακα. Ηταν μια σπουδαία παγκόσμια καινοτομία που πήρε κάμποσα χρόνια στον υπόλοιπο κόσμο για να την αντιγράψει. Εκείνη την περίοδο αντάλλαξε ώρες συνομιλιών με τον συνομήλικο και συμφοιτητή του στο Πολυτεχνείο Γιώργο Γεννηματά.
Ο μετέπειτα πολιτικός άνδρας εργαζόταν τότε ως πολιτικός μηχανικός στην Αγροτική Τράπεζα και ήταν προϊστάμενος στο Τμήμα Γεωργικών Βιομηχανιών της Διεύθυνσης Τεχνικών Εργων της. Πολλές γεωργικές βιομηχανίες είχαν την υπογραφή του στις κατασκευαστικές μελέτες τους.
Ο εξπέρ του γιαουρτιού
Ως εξπέρ του είδους των συγκεκριμένων έργων, ο Γεννηματάς τον ενθάρρυνε με ειλικρίνεια να υλοποιήσει την αξιοθαύμαστη πατέντα του. Τον εμπιστεύτηκε. Ηταν η ώρα να μπει στην αφετηρία για μια μεγάλη κούρσα αντοχής. Ηδη η πρώτη βιοτεχνία παραγωγής γιαουρτιού της ΦΑΓΕ λειτουργούσε από το 1964 στο Γαλάτσι. Είχε, όμως, φτάσει η κρίσιμη στιγμή για το μεγάλο άλμα. Αφησε πίσω τη λαμπρή σταδιοδρομία του στο Δημόσιο και γύρισε πίσω στην ιδιωτική επιχείρηση, από την οποία στην πραγματικότητα ουδέποτε είχε απομακρυνθεί.
Ο μοναδικός όρος που έθεσε για την πλήρη ενεργή του συμμετοχή ήταν να κατασκευάσουν σύγχρονη βιομηχανική μονάδα παραγωγής ποιοτικών προϊόντων. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, τα δύο αδέλφια Γιάννης και Κυριάκος εξαγόρασαν δίκαια τα μερίδια που κατείχαν στην οικογενειακή επιχείρηση οι δύο αδελφές τους και ρίχτηκαν με ζήλο στην ανέγερση του εργοστασίου τους στη Μεταμόρφωση, το οποίο σε μέγεθος ήταν το 1/10 του σημερινού.
Παρ’ όλα αυτά, αποτελούσε τότε big project. Ο «χημικός» πήρε την πρωτοβουλία να αναθέσει την αρχιτεκτονική και μηχανολογική μελέτη του σε φίλους συμφοιτητές του που, όπως πάντα, εμπιστευόταν. Τα υπόλοιπα γεμίζουν ολόκληρα κεφάλαια στο βιβλίο μιας επιτυχίας την οποία προδιέγραψε συνειδητά με βάση όσα ήθελε και όχι αυτά που ενδεχομένως φοβόταν. Η ΦΑΓΕ τελειοποίησε την τυποποίηση παρασκευής γιαουρτιού, που το έκανε να έχει σταθερή γεύση και μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Η καινοτομία άλλαξε ριζικά την ελληνική αγορά. Τη δεκαετία του ’80 προώθησε στην αγορά το στραγγιστό γιαούρτι με ανθόγαλο. Και συνέχισε με προϊόντα αιχμής.
Στα 90s εισήλθε στην τυροκομική αγορά μια ευρεία ποικιλία παραδοσιακών ελληνικών τυριών που παρασκευάζονταν σε εργοστάσιο της εταιρείας στα Tρίκαλα. Σχεδόν ταυτόχρονα μπήκε στην αγορά φρέσκου γάλακτος. Εφτιαξε νέες γραμμές παραγωγής αποκλειστικά για φρέσκο παστεριωμένο γάλα και παρουσίασε στην ελληνική αγορά το καινοτόμο υψηλό παστεριωμένο γάλα, το οποίο δημιούργησε μια νέα κατηγορία στο είδος. Επένδυσε σε έρευνα, καινούριο εξοπλισμό με μοντέρνα μηχανήματα, πρωτότυπες συσκευασίες και διαφημιστική επικοινωνία.
Επέκταση σε 45 χώρες
Ανοίχτηκε σε εξαγωγές σε 45 χώρες σε τέσσερις ηπείρους και με τη δημοτικότητα του γιαουρτιού της στις ΗΠΑ, η ΦΑΓΕ εγκαινίασε με την είσοδο στον νέο αιώνα τη δραστηριοποίησή της στην Αμερική, με έδρα το εργοστάσιό της στο Τζονστάουν της Νέας Υόρκης. Το ταπεινό γαλατάδικο της Πατησίων εξελίχθηκε σε διεθνή βιομηχανικό κολοσσό. Το επίτευγμα πιστώνεται στις άοκνες, επί σχεδόν μισό αιώνα, προσπάθειες κατά την κοινή διαδρομή και των δύο αδελφών Φιλίππου. Η σκυτάλη πλέον έχει περάσει στην τρίτη γενιά της οικογένειας.
Ο Κυριάκος Φιλίππου παντρεύτηκε σε νεαρή ηλικία την αγαπημένη του Δήμητρα και η σχέση τους έμεινε ακλόνητη υπό τα δεσμά του γάμου επί 50 και πλέον χρόνια. Η κομψή σύζυγός του, μια αξιοπρεπής κυρία με όλη τη σημασία της λέξης, υπήρξε συνοδοιπόρος του στη μακρά πορεία του προς την κορυφή της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων και τη διεθνή καταξίωσή της. Ρουμελιώτισσα και από τους δύο γονείς της, γνήσιους Φωκείς, γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε οικονομικές επιστήμες. Είναι από το 2013 πρόεδρος του Συλλόγου «Οι φίλοι του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών» και συνδέεται ως προς τα πολιτιστικά της ενδιαφέροντα με την πρύτανη Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, η οποία είναι επίτιμη πρόεδρος του ίδιου συλλόγου.
Εχει θεσπίσει με το όνομά της υποτροφία Ελληνικού Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και είναι μέλος του Δ.Σ. του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή. Μαζί με τον Κυριάκο απέκτησαν δύο παιδιά, τον Αθανάσιο-Κύρο, που διαμένει στην Ελβετία, και την Ελένη, σύζυγο από το 1997 του εφοπλιστή Γιάννη Κουμάνταρου, η οποία κατοικεί με την οικογένειά της στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Τρυφερός πατέρας, ο Κυριάκος αγκάλιαζε πάντα με στοργή τα παιδιά του. Εξαιρετικός οικογενειάρχης, αυτός τα μετέφερε με την άνετη μαύρη BMW του καθημερινά στο σχολείο τους, και, είχε δεν είχε τις σκοτούρες του, τους έκανε ο ίδιος ατομικά φροντιστήρια Μαθηματικών, Φυσικής, Χημείας στο σπίτι, εκείνος τα βοήθησε και τα συμβούλευσε στα πρώτα τους βήματα στις επιχειρήσεις του.
Φρόντισε να ξεκινήσουν από χαμηλά για να τριφτούν με το αντικείμενο, να μάθουν σταδιακά τα μυστικά της δουλειάς και, αφού ψηθούν στη φιλόπονη εργασιακή καθημερινότητα, να αναλάβουν βαθμιαία διοικητικά πόστα. Οταν πια τα παιδιά του μεγάλωσαν και ο ίδιος είχε θέσει υπεύθυνα σε ράγες την επιχειρηματική του δραστηριότητα, αποφάσισε να αποκομίσει μέρος της επιτυχίας του που προήλθε από κόπους. Είχε φτάσει η ώρα να απολαύσει τις μικρές χαρές της ζωής. Μέχρι τότε, χωρίς να είναι μυστικοπαθής και απόμακρος, δεν του άρεσε ποτέ η δημόσια έκθεση που συνηθίζουν οι πάσης φύσεως νεόπλουτοι. Γνώριζε την αξία του ήθους και του μέτρου. Εδινε ιδιαίτερη προσοχή και χειριζόταν με λεπτότητα την ιδιωτική του ζωή ώστε να μην παραβιαστεί από αδιάκριτα βλέμματα. Ωστόσο, η κοινωνικότητα απαιτούσε προβολή, που στην περίπτωσή του δεν υπονόμευε το επιχειρηματικό του κύρος.
Το καλοκαίρι στο Αιγαίο
Εχτισε μια κομψή έπαυλη στην Εκάλη που διακόσμησε με γούστο η φιλότεχνη σύζυγός του με εκλεκτούς πίνακες ελληνικής ζωγραφικής. Απέκτησε, ανακαίνισε και ανέδειξε το αρχοντικό ξενοδοχείο «Παλάς» στο Κεφαλάρι. Διατήρησε τις μοντερνιστικές του πινελιές, τους αρ ντεκό πολυελαίους της εισόδου και τα ολόλευκα πεντελικά μάρμαρα των δαπέδων. Αφησε αναλλοίωτη την αισθητική του μεσοπολεμικού κτιρίου.
Η μόνη τεχνική του παρέμβαση ήταν η δημιουργία δύο ευρύχωρων υπόγειων γκαράζ και η επέκταση της ταράτσας, μια και σκόπευε να το χρησιμοποιήσει ως επιχειρηματική του έδρα. Εκεί διοργάνωνε ετησίως μια λαμπερή δεξίωση με περίπου 2.000 επώνυμους καλεσμένους. Εν τω μεταξύ, αγόρασε την παλαιότερη θαλαμηγό «VarMar», ναυπήγησης του 1982, τη μετονόμασε σε «Tyndareo» και ανοίχτηκε στα πελάγη.
Οργωνε όλο το καλοκαίρι το Αιγαίο επί τρεισήμισι συναπτούς μήνες, επιτρέποντας στον εαυτό του 100 εν πλω διανυκτερεύσεις. Είχε υιοθετήσει την υγιεινή διατροφή, καθημερινά κολυμπούσε δύο ώρες στη θάλασσα και άλλες δύο γυμναζόταν περπατώντας στα σοκάκια των νησιών όπου το σκάφος του προσέγγιζε. Τον χειμώνα πήγαινε ανελλιπώς για σκι στην Ελβετία. Η ώριμη ζωή ενός υγιούς και ακμαίου επιχειρηματία, μακριά από τις αγωνίες συνεργασιών σε Ελλάδα και εξωτερικό και τα άγχη της διεύρυνσης της γκάμας προϊόντων, ήταν απλώς συναρπαστική. Οσο κράτησε.
Η αναπάντεχη ανίατη ασθένεια που τον έπληξε δεν λύγισε το κουράγιο του. Εδωσε τη μάχη του επί πολλά χρόνια έως τη μοιραία κατάληξη στα 82 του. Πρόλαβε να εγγράψει το όνομά του στην ιστορία του ελληνικού επιχειρείν και να ορίσει την επιτυχία του πρωτοτυπώντας παρά μιμούμενος.
Οι δεξιώσεις με τους 2.000 καλεσμένους στο «Παλάς»
Οταν ο Ελληνας βιομήχανος και η φινετσάτη σύζυγός του προσκαλούσαν στις ετήσιες γιορτές τους την creme de la creme των γραμμάτων, των τεχνών, του διπλωματικού σώματος, της πολιτικής και του επιχειρείν
της Μαρίας Λεμονιά
Ο επιχειρηματίας της ΦΑΓΕ Κυριάκος Φιλίππου και η σύζυγός του Δήμητρα δεν ήταν απλώς ένα από τα σεβαστά ζευγάρια της καλής αθηναϊκής κοινωνίας, αλλά εκείνο που έφερε μια ambiance κοσμικότητας στην πόλη. Κατάφεραν κάθε κάλεσμά τους να γίνεται σημείο αναφοράς όχι μόνο για τα ονόματα των συνδαιτυμόνων τους, αλλά και για την προσοχή στη λεπτομέρεια, καθώς παρέπεμπαν σε καλέσματα της βρετανικής αριστοκρατίας. Υπήρξε μια πρωτόγνωρη φινέτσα, ένα class.
Κάποια εποχή, μάλιστα, το να λάβεις μια πρόσκληση από το ζεύγος Φιλίππου ήταν σημαντικό γεγονός. Ενα γεγονός που ακόμη και για τα μεγάλα τζάκια της χώρας δεν περνούσε απαρατήρητο. Ο Κυριάκος και η Δήμητρα Φιλίππου άνοιγαν συχνά τις πόρτες της βίλας τους στην Εκάλη. Κάθε φορά που η περίφημη οδός Ρόδων είχε φωταψίες και όμορφους ήχους κλασικής μουσικής, οι περίοικοι γνώριζαν ότι το κραταιό επιχειρηματικό ζεύγος πραγματοποιούσε κάλεσμα.
Το οποίο έμπαινε απευθείας στο filofax, προκειμένου δυνατοί εγχώριοι businessmen να δώσουν το «παρών». Δύο ήταν τα καλέσματα που άφησαν εποχή συνθέτοντας τις social ημέρες της δεκαετίας του ’90. Ενα από αυτά ήταν το τραπέζι που πραγματοποιούσε ανήμερα τα Χριστούγεννα η οικογένεια στο σπίτι της. Σε αυτά προσκαλούνταν κυρίως άτομα του στενού φιλικού τους περιβάλλοντος, γύρω στα 60 άτομα.
O τρόπος υποδοχής, το στρώσιμο των τραπεζιών με τα λευκά λινά τραπεζομάντιλα και τα πορσελάνινα σερβίτσια ήταν πραγματικά ένα μάθημα art de la table. Οι γεύσεις εξάλλου που ετοίμαζε ο προσωπικός τους σεφ επί πολλές ημέρες, με τις καλύτερες και πιο ψαγμένες πρώτες ύλες, έκαναν τα εορταστικά αυτά τραπέζια μοναδικά. Σε αυτά πρωταγωνιστούσαν ονόματα κυρίως της επιχειρηματικής ζωής του τόπου, όπως ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο Κώστας Καίσαρης, η Ντόντα Βορίδη-Γουλανδρή, ο Μπίλυς Δασκαλάκης, ο Ηλίας Μεταξάς, η ίδια δηλαδή παρέα που έμπαινε στο σκάφος τους, το περίφημο «Tyndareo», και τα καλοκαίρια πήγαινε στην Επίδαυρο για να παρακολουθήσει μια σημαντική παράσταση.
«Ο Κυριάκος και η Δήμητρα αγαπούν την τέχνη. Είναι άνθρωποι καλλιεργημένοι και δεν διαθέτουν μόνο μια σημαντική συλλογή έργων, αλλά όποτε ένας σημαντικός καλλιτέχνης ανακοίνωνε την εμφάνισή του στην Επίδαυρο, δεν υπήρχε περίπτωση να μην προσκαλούσαν την παρέα τους για ένα ταξίδι-αστραπή εκεί», υποστηρίζουν άνθρωποι από το περιβάλλον τους. Το γεγονός άλλωστε ότι η Δήμητρα Φιλίππου είναι πρόεδρος του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών» λέει πολλά. Εχει επιτελέσει σημαντικό πολιτισμικό έργο διοργανώνοντας συμπόσια και δραστηριότητες. Εξάλλου, είναι στενή φίλη με την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ και την πρόεδρο της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα.
Το κάλεσμα των Θεοφανίων
]Το ετήσιο κάλεσμα βέβαια με το οποίο έχουν συνδεθεί οι Φιλίππου και το οποίο άφησε εποχή είναι αυτό που πραγματοποιούνταν κάθε χρόνο την ημέρα των Θεοφανίων στο νεοκλασικό κτίριο των γραφείων τους, το Μέγαρο Παλάς στην καρδιά του Κεφαλαρίου. Η οικογένεια ήθελε να γιορτάσει με τον τρόπο αυτό μια μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης, η οποία σηματοδοτούσε και το πρώτο μεγάλο κάλεσμα του έτους. Ολοι οι όροφοι είχαν προετοιμαστεί για να υποδεχτούν τους περίπου 2.000 καλεσμένους.
Ηταν το μεσημεριανό κάλεσμα που έγραψε ιστορία και στο οποίο ως αυτόπτης μάρτυρας υποστηρίζω, όπως και πολλοί καλεσμένοι, ότι ήταν αξεπέραστο. Το επιβλητικό κτίριο των γραφείων του Κυριάκου Φιλίππου ήταν φωταγωγημένο. Στην είσοδο υπήρχε πολύ αυστηρός έλεγχος, λογικό αν αναλογιστούμε ότι καλεσμένη ήταν όλη η επιχειρηματική, πολιτική και κοινωνική creme de la creme. Στους ευρύχωρους ορόφους του κτιρίου ήταν καλοστρωμένες ροτόντες. Σε αυτά τα καλέσματα που φωτογράφιζε μόνο ο Δημήτρης Πανουλής, όχι για να γεμίσουν τις κοσμικές στήλες της εποχής, αλλά για να υπάρξουν αναμνηστικά ενσταντανέ αποκλειστικά για τους οικοδεσπότες, έδιναν το «παρών» όλοι.
Πρόσωπα που είναι επιλεκτικά στα καλέσματα, όπως o μακαριστός Aρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, ο εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής, η Μαριάννα Λάτση, οι Μαριάννα και Βαρδής Βαρδινογιάννης, ο Μίνως Κυριακού και ο γιος του Θοδωρής Κυριακού, οι Γουλανδρήδες κ.ά. Οπως επίσης και εκπρόσωποι από τον χώρο των γραμμάτων, των τεχνών, του διπλωματικού σώματος, της πολιτικής, του επιχειρείν. Στο τελευταίο εμφανίστηκε και η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου, η οποία έκλεψε όπως πάντα τις εντυπώσεις με το εντυπωσιακό outfit της.
Μάλιστα ήταν τότε που είχε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας και η οποία μου είχε εκμυστηρευτεί ότι «παρά τον φόρτο της δουλειάς, δεν θα μπορούσα να λείπω από μια τόσο σημαντική ημέρα αυτών των εξαιρετικών ανθρώπων». Οι καλοστρωμένοι μπουφέδες μυούσαν τους σημαντικούς καλεσμένους στην υψηλή γαστρονομία. Τον γενικό συντονισμό είχε η ίδια η Δήμητρα Φιλίππου μαζί με το επιτελείο της. Στο team αυτό ήταν και ο Aνδρέας Ματθίδης, γνώστης της υψηλής γαστρονομίας , ο άνθρωπος που διόλου τυχαία έχει διατελέσει και πρόεδρος των Ελλήνων σομελιέ.
Ηταν ένας συνδυασμός γαλλικής και ιταλικής κουζίνας. Πανδαισία γεύσης και μαγειρικής ικανότητας. Υπήρχαν ζεστά φαγητά, γευστικά τυριά και αλλαντικά από την Ισπανία και την Ιταλία. Καλοντυμένοι σερβιτόροι περιφέρονταν στον χώρο θέλοντας να διευκολύνουν με κάθε τρόπο τους προσκεκλημένους. Σε εκείνα τα μεσημεριανά καλέσματα των Φιλίππου απολάμβανες κοσμικότητα ευρωπαϊκού επιπέδου.
Ωραίες μουσικές διαχέονταν στο κτίριο, οι patissiers έδιναν ρέστα με τις δημιουργίες τους και υπήρχε μια χαλαρωτική διάθεση για συζητήσεις, με τη Μιμή Ντενίση να συνομιλεί με τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη κάνοντας από κοινού πλάνα για το Ιδρυμα «Ελπίδα». Το κάλεσμα των Θεοφανίων ξεκινούσε μεσημέρι και κατέληγε αργά το απόγευμα. Παρά το πρωτόκολλο, καθένα από τα 2.000 άτομα καθόταν όσο ήθελε. Οι καλεσμένοι έπαιρναν μια δυνατή γεύση Ελλάδας με παραδοσιακά κάλαντα και τραγούδια από όλη τη χώρα και αντάλλασσαν ευχές.
Το 2000 μάλιστα, που ήταν και η τελευταία φορά που διοργανώθηκε η γιορτή, προβλήθηκε λόγω μετάβασης της χιλιετίας και η ταινία «Χίλια χρόνια πριν από τον αιώνα μου» σε σενάριο και σκηνοθεσία Μέμης Σπυράτου, υπό την επιστημονική συμβολή του Κώστα Γεωργουσόπουλου, την παραγωγή και χορηγία της οποίας είχαν οι Κυριάκος και Δήμητρα Φιλίππου.
Στο κατευόδιο τους καλεσμένους περίμενε ένα συλλεκτικό μπουκαλάκι με αγιασμό. Τα περισσότερα επιχειρηματικά σπίτια της Αθήνας διαθέτουν ακόμη εκείνα τα φιλοτεχνημένα μπουκάλια, ως ένδειξη καλοτυχίας από ένα ζευγάρι που μύησε την Αθήνα με σεμνότητα στο πραγματικό ευ ζην.