του Διονύση Θανάσουλα
Η μικρή ομάδα των πέντε ανθρώπων βάδιζε γρήγορα, θαρρείς και βιαζόταν να προλάβει την αναχώρηση κάποιου λεωφορείου ή την έναρξη ενός αγώνα.
Το δρομάκι που περπατούσαν στο χωριό Βοσν-Ρομανέ ήταν άδειο και οι οδηγίες που είχαν πάρει σαφείς, κάτι που φάνηκε μετά από δύο λεπτά, όταν ο πρώτος της παρέας έφτασε σε ένα κτήμα.
Κοίταξε την επιγραφή και τις δύο σκαλισμένες στην πέτρα λέξεις για τις οποίες αυτός και οι φίλοι του έιχαν ταξιδέψει από τον Καναδά στην Γαλλία: «ROMANEE CONTI».
Γονάτισε όπως και οι υπόλοιποι μπροστά σε αυτό μικροσκοπικό κομμάτι γης, το γεμάτο αμπελώνες, εκεί που σε επτά μόλις στρέμματα τα σταφύλια τους είναι υπεύθυνα για το καλύτερο και πιο ακριβό κρασί του κόσμου.
Αυτό που παράγεται σε κάτι παραπάνω από 2.000 φιάλες για τις έξι διαφορετικές ετικέτες που δεν προλαβαίνουν καν να βγουν στην αγορά και εξαφανίζονται!
Παρόλο που η 5άδα ήθελε να μπει σαν τρελή μέσα στο κτήμα, σεβάστηκε όπως και όλοι όσοι θέλουν να δουν από κοντά το κτήμα που θεωρείται το «άγιο δισκοπότηρο» της Βουργουνδίας, την επιγραφή που είναι γραμμένη στα γαλλικά και στα αγγλικά: «Πολλοί άνθωρποι έρχονται να επισκεφτούν αυτό το κτήμα και το κατανοούμε. Σας ζητάμε ωστόσο να μείνετε στον δρόμο και παρακαλούμε σε καμία περίπτωση και για κανένα λόγο να μην μπείτε στον αμπελώνα».
Εκεί όπου δέκα χρόνια πριν εκτυλίχθηκε μια συγκλονιστική υπόθεση όταν κάποιος αποφάσισε να εκβιάσει τους ιδιοκτήτες του Romanee-Conti, απειλώντας ότι θα «δηλητηριάσει» με ζιζανιοκτόνο τις ρίζες του πιο διάσημου αμπελώνα στον κόσμο.
Η ιστορία αποτυπώθηκε αρχικά σε ένα εξαιρετικό story του Μαξιμίλιαν Πόττερ για το περιοδικό Vanity Fair, και τέσσερα χρόνια αργότερα σε ένα βιβλίο του ιδίου με τον τίτλο «Shadow in the vinyard».
Το βιβλίο μεταφέρεται σε λίγους μήνες στην μικρή οθόνη μέσω μιας τηλεοπτικής σειράς με πολύ γνωστούς πρωταγωνιστές και αναμένεται να θυμίσει σε όλους όσους έζησαν εκείνο το θρίλερ, μια ιστορία που θέλουν να ξεχάσουν.
Μια ιστορία που ξεκίνησε ένα χειμωνιάτικο βράδυ στην κορυφή ενός λόφους πάνω από το Βοσν-Ρομανέ με μια σκιά να κινείται αθόρυβα «γλιστρώντας» μέσα από τους αμπελώνες.
Έγκλημα στην Βουργουνδία
Ο ουρανός πάνω από την εξοχή της Βουργουνδίας ήταν καθαρός, και η λάμψη του φεγγαριού έφτανε για να φανεί μια μοναχική σιλουέτα ενός άνδρα.
Βγήκε μέσα από το δάσος στην κορυφή ενός λόφου, κινήθηκε μέσα από τα δένδρα πάνω στο χιονισμένο έδαφος και άρχισε να κατεβαίνει με προσεχτικές κινήσεις μέσα από τα παγωμένα αμπέλια.
Έψαχνε έναν συγκεκριμένο και πολύ μικρό αμπελώνα που βρίσκεται μέσα σε μια «θάλασσα» από χιλιάδες ρίζες και δεκάδες κτήματα που μοιάζουν να μην τελειώνουν και χωρίζονται από στενά δρομάκια.
Η διαδρομή που βαδίζει ο άγνωστος άνδρας είναι προς τα ανατολικά γεμάτη από αμπελώνες που κατηφορίζουν μέχρι που το έδαφος ισιώνει και συνεχίζουν μέχρι να καταλήξουν στο Βοσν-Ρομανέ. Είναι περασμένα μεσάνυχτα, αρχές Ιανουαρίου του 2010 και τα παραθυρόφυλλα των σπιτιών είναι ερμητικά κλειστά..
Ο τύπος που κατεβαίνει τον λόφο, περπατάει με την σιγουριά κάποιου ο οποίος γνωρίζει ακριβώς πού πηγαίνει και τι πρέπει να κάνει όταν φτάσει εκεί.
Το βλέμμα του πέφτει σε ένα συγκεκριμένο αμπέλι, πολύ μικρό σε σχέση με τα άλλα, το οποίο ξεχωρίζει από έναν πέτρινο σταυρό που στη βάση του έχει χαραχτεί η ημερομηνία 1723.
Δίπλα υπάρχει μια επιγραφή στα γαλλικά και στα αγγλικά, αυτή παρακαλεί τους επισκέπτες να μην εισέλθουν στον αμπελώνα του Romanee Conti.
Μόνο που αυτός δεν είναι επισπέπτης αλλά ένας εισβολέας που όταν φτάνει σε μια ρίζα πέφτει στα γόνατα και η άχνα από την αναπονοή του διαχέεται στον παγωμένο αέρα της Βουργουνδίας.
Η λάμψη του φακού ίσα διακρίνεται καθώς φωτίζει, ενώ ο ήχος από ένα μικρό τρυπάνι που εισέρχεται στο «πόδι» του αμπελιού είναι ανεπαίσθητος. Θα κάνει το ίδιο ακριβώς και σε παρακείμενη ρίζα, ενώ αμέσως μετά βγάζει μια σύριγγα και εγχύεει ένα υγρό στις δύο τρύπες που έχει ανοίξει.
Όταν τελείωσε, σηκώθηκε και άρχισε να «γλιστράει» μέσα από τους αμπελώνες ανεβαίνοντας με σταθερό βήμα προς την κορυφή του λόφου από όπου είχε κατέβει.
Όταν έφτασε, πιθανόν να γύρισε για να ρίξει μια ματιά και ίσως να χαμογέλασε πριν χαθεί μέσα στα δέντρα.
Μόλις είχε «δηλητηριάσει» το «άγιο δισκοπότηρο» του κρασιού.
Ο εκβιασμός
Λίγες ημέρες μετά από εκείνο το παγωμένο βράδυ ο Ομπέρ Ντε Βιλέν συνιδιοκτήτης του Romanée-Conti μαζί με τον Ανρί Φρεντερίκ-Ροθ, έλαβε
ένα ανώνυμο γράμμα.
Σε αυτό ο ανώνυμος αποστολέας απαιτούσε λύτρα ενός εκατομμυρίου ευρώ για να μην «δηλητηριάσει» τους αμπελώνες του πιο διάσημου κτήματος στον κόσμο του κρασιού.
Ο Βιλέν εξέλαβε το γράμμα ως ένα άρρωστο αστείο και το πέταξε στα σκουπίδια, συνεχίζοντας μια καθημερινότητα την οποία είχε λατρέψει εδώ και χρόνια.
Όμως το πακέτο, που παραδόθηκε στην ιδιωτική του κατοικία-ένα παρόμοιο πακέτο ταχυδρομήθηκε στο σπίτι του Ανρί Φρεντερίκ-Ροθ- δεν ήταν αστείο.
Μέσα στο κυλινδρικό δοχείο, υπήρχε μια μεγάλη τυλιγμένη περγαμηνή που όταν την άνοιξε είδε ότι ήταν ένα ακριβές σχέδιο του αμπελώνα στο Romanée-Conti.
Εκτείνεται σε 4,46 στρέμματα και ο Βιλέν παρατήρησε ότι ο απστολέας δεν ήξερε μόνο κάθε περίγραμμα του,αλλά είχε σημειώσει κάθε μία από τις περίπου 20.000 ρίζες του.
Κλείνοντας ο «ταχυδρόμος» τον ενημέρωνε ότι θα επικοινωνούσε πάλι μαζί του σε λίγες ημέρες κάτι που έγινε στα μέσα του Γενάρη του 2010, όταν έλαβε ένα άλλο ανώνυμο πακέτο στο σπίτι του.
Αυτή τη φορά μέσα σε ένα ίδιο κυλινδρικό δοχείου, υπήρχε το ίδιο σκίτσο του αμπελώνα αλλά με μια διαφορά.
Υπήρχαν δύο κύκλοι ένας στο κέντρο και ένας ένας άλλος, πολύ μικρότερος κύκλος στην επάνω αριστερή γωνία του αμπελώνα.
Ο αποτολέας απαιτούσε από τον Βιλέν να αφήσει ένα εκατομμύριο ευρώ μέσα σε μια βαλίτσα στη προαναφερθείσα γωνία του αμπελώνα Romanée-Conti, ακριβώς στην περιοχή που είχε κυκλωθεί.
Προκειμένου να αποδείξει ότι εννοούσε κάθε λέξη που είχε γράψει το γράμμα ενημέρωνε τον Βιλέν ότι περίπου 82 ρίζες του Romanee-Conti είχαν ήδη δηλητηριαστεί.
Σύμφωνα με τον αποστολέα τα δύο αμπέλια στην περιοχή που είχαν σημειωθεί στο σκίτσο με τα δύο Χ στον μικρό κύκλο είχαν σκοτωθεί από δηλητήριο, ενώ οι άλλες 80 ρίζες που είχαν μαρκαρισθεί με Χ στον πολύ μεγαλύτερο, κεντρικό κύκλο θα μπορούσαν να γλιτώσουν με ένα αντίδοτο.
Αυτό με την την προϋπόθεση ότι ο Βιλέν θα πλήρωνε ένα εκατομμύριο ευρώ.
Το δηλητήριο κα η μπλόφα
Ο Βιλέν κατάλαβε ότι πλέον όλο αυτό μόνο αρρωστημένο αστείο δεν ήταν και αποφάσισε να προσφύγει στις αρχές, όμως επέλεξε να μην απευθυνθεί στην τοπική αστυνομία.
Η Βουργουνδία είναι μια πολύ μικρή περιοχή και τα νέα κυκλοφορούν πολύ γρήγορα, σε αυτό το ευλογημένο μέρος όπου ο ανταγωνισμός των διάσημων κτημάτων είναι τεράστιος.
Το τελευταίο που χρειαζόταν ήταν να αρχίσουν οι φήμες και τα κουτσομπολιά να κάνουν το γύρο του κόσμου, εμποτισμένα με φράσεις όπως «δηλητηρίασαν το Romanee-Conti».
Έτσι πλησίασε ένα αστυνομικό που είχε γνωρίσει στη Ντιζόν, ο οποίος ήταν πλέον ανώτερος αξιωματούχος της αστυνομίας στο Παρίσι, ο οποίος ανέλαβε δράση κάτω από απόλυτη μυστικότητα.
Οι αστυνομικοί έφθασαν στο κτήμα, ενώ οι ειδικοί άρχισαν να μελετούν τους δύο αμπελώνες που υποτίθεται είχε δηλητηριάσει ο ανώνυμος εκβιαστής.
Μετά από εξέταση στο πρώτο οι ρίζες αφαιρέθηκαν αφού είχε εγχυθεί ζιζανιοκτόνο μέσα τους και πέθαιναν, όμως οι άλλες ογδόντα περίπου παρότι είχαν τρυπηθεί στην πραγματικότητα δεν είχαν δηλητηριαστεί.
Όμως το πιο σημαντικό στοιχείο που είχε ανακαλύψει η αστυνομία, ήταν ότι ο δράστης χρησιμοποίησε μια σύριγγα για να εγχύσει το δηλητήριο. Μια τέτοια τεχνική με σύριγγα είχε χρησιμοποποιηθεί παλιότερα από παραγωγούς στην Βουργουνδία για να εγχύσουν υγρό δισουλφίδιο του άνθρακα στο έδαφος και να σώσουν τους αμπελώνες από την καταστροφική επιδρομή της φυλλοξήρας.
Μόνο που τώρα η ίδια μεθοδολογία που είχε σώσει τους αμπελώνες χρησιμοποιήθηκε για να «δολοφονήσει» τους αμπελώνες του Romanée-Conti.
Αυτούς που καλλιέργησαν πρώτα τον Μεσαίωνα οι μοναχοί επιλέγοντας την ποικιλία Pinot Noir σε αυτό το φαινομενικά αφιλόξενο έδαφος, αφού ανακάλυψαν ότι μια στενή λωρίδα γης περίπου στα μισά της ήρεμης πλαγιάς του λόφου έβγαζε τα καλύτερα κρασιά.
Η σύλληψη της «σκιάς»
Οι αξιωματικοί που είχαν αναλάβει την υπόθεση είπαν στον Βιλέν να απαντήσει χωρίς να δώσει τα χρήματα και δεν τον άφησαν να πάει στο σημείο που είχε ορίσει ο δράστης στο δεύτερο σημείωμα.
Ενας πολύ στενός συνεργάτης του άφησε ένα σημείωμα μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, στις 4 Φεβρουαρίου το οποίο έλεγε ότι θα πληρωθεί το ποσό που ζητάει, αλλά θα χρειαζόταν χρόνος για να συγκεντρωθεί.
Μετά από λίγες μέρες, ο συνιδιοκτήτης του Romanee-Conti έλαβε το τελευταίο γράμμα από την «σκιά» που είχε χτυπήσει τους αμπελώνες του.
Ο αποστολέας τον ευχαριστούσε για την πληρωμή και έγραψε στον Βιλέν να αφήσει τα χρήματα στο νεκροταφείο της γειτονικής πόλης Σαμπόλ- Μουσίν.
Ο χαρτοφύλακας θα έπρεπε να αφεθεί στο ορισθέν σημείο του νεκροταφείου στις 23.00 μ.μ. στις 12 Φεβρουαρίου 2010.
Την συγκεκριμένη ημέρα ο Βιλέν είχε κανονίσει ταξίδι στην Αμερική και οι αστυνομικοί του συνέστησαν να ακολουθήσει το πρόγραμμά του, αφού ο δράστης μπορεί να ήταν ενήμερος και να υποψιαζόταν κάτι, αν έμενε στο κτήμα
Την μεταφορά των χρημάτων ανέλαβε ο Ζαν-Σαρλ Κουβελιέ αναπληρωτής διευθυντής του Domaine Romanee-Conti ένας ικανός και ψυχρός άνδρας, τον οποίο κάποιοι αποκαλούν «ο φύλακας του Ναού».
Εκείνη την νύχτα της 12ης Φεβρουαρίου 2010, αναρωτήθηκε σύμφωνα με το Vanity Fair τι θα έλεγε η γυναίκα του αν μπορούσε να τον δει, να περπαταέι σε ένα νεκροταφείο μέσα στη μαύρη νύχτα, με μια βαλίτσα γεμάτη με ένα εκατομμύριο ψεύτικα ευρώ.
Η πόλη ή καλύτερα ρο αρχαίο χωριό Σαμπόλ-Μουσινί βρίσκεται περίπου δύο μίλια βόρεια του Βοσν Ρομανέ και το νεκροταφείο βρίσκεται στα περίχωρα της πόλης. Εναι τετράγωνο, περιτριγυρισμένο από πέτρινο τοίχο και όχι πολύ μεγαλύτερο από μια δημόσια πισίνα.
Οι δώδεκα αστυνομικοί που είχαν επιστρατευθεί για την υπόθεση ήταν καλά κρυμμένοι γύρω από το νεκροταφείο για να εντοπίσουν αυτόν ή αυτούς που θα έρχονταν για να πάρουν τον χαρτοφύλακα.
Ανέπνεε βαριά, έτρεμε, ίδρωνε και η καρδιά του είχε ανεβάσει κατακόρυφα σφυγμούς όταν, μπήκε στο νεκροταφείο
Έριξε την τσάντα εκεί που έπρεπε, ακριβώς μέσα στην πύλη, βγήκε, μπήκε στο αυτοκίνητό του και έφυγε.
Δεν είχε περάσει ούτε μισή ώρα όταν του τηλεφώνησε ένας αξιωματικός της αστυνομίας για να του πει δυο λέξεις: «Τον πιάσαμε».
Το τέλος της σκιάς
Ο Ομπέρ Ντε Βιλέν έμαθε το χαρμόσυνο νέο στις ΗΠΑ από τον Κουβελιέ αλλά και το όνομα του δράστη που θέλησε να δηλητηριάσει τον κορυφαίο αμπελώνα του κόσμου.
Η «σκιά» ήταν ο Ζακ Σολτί ένας πενηντάρης κακοποιός που πήγε μόνος του να πάρει τον χαρτοφύλακα και συνελήφθη διακόσια μέτρα μακριά από το νεκροταφείο. Όπως έγινε γνωστό αργότερα εκτός από τους αμπελώνες του Romanee-Conti είχε στήσει κάτι παρόμοιο και σε άλλο κτήμα της περιοχής.
Ο φάκελός του παρέπεμπε σε εγκληματία σταδιοδρομίας, αφού είχε διαπράξει μια σειρά από ένοπλες ληστείες ενώ προσπάθησε να απαγάγει άνθρωπο.
Συνολικά είχε καταδικαστεί σε τουλάχιστον 20 χρόνια φυλάκισης και μέσα στο κελί του σκέφτηκε ότι υπήρχαν ευκολότερες δουλειές, όπως ο εκβιασμός των οινοποιών.
Είχε χτίσει μια πρόχειρη καλύβα βαθιά μέσα στο δάσος πάνω από τους λόφους του Βοσν-Ρομανέ με θέα στους αμπελώνες των ονείρων του.
Στην καλύβα,η αστυνομία εντόπισε έναν υπνόσακο, έναν καναπέ, μια ζεστή πλάκα, μια αλλαγή ρούχων για εργάτη αμπελώνα, μπαταρίες, έναν προβολέα, ένα κιτ ασύρματης διάτρησης, σύριγγες, ένα πιστόλι και πολλά μπουκάλια Rounded Killer Roundup.
Συνεργάτης ήταν ο γιος του που τον ακολούθησε στην φυλακή περιμένοντας την δίκη τους, όμως τον Ιούλιο του 2010 ο Ζακ Σολτύ κρεμάστηκε στο κελί του.
Λίγους μήνες νωρίτερα ο Βιλέν που επέστρεψε από την Αμερική θέλησε να ευχαριστήσει τους αστυνομικούς που εξιχνίασαν την υπόθεση και τους κάλεσε για ένα γεύμα στο κτήμα.
Το φαγητό που ήταν εκλεκτά κρέατα ήταν το λιγότερο αφού ο ευγνώμων ιδιοκτήτης άνοιξε μερικά μπουκάλια του Vosne-Romanée Premier Cru του 2006 μαζί με ένα μπουκάλι από το Romanée-Conti του 1961, αφήνοντας τους καλεσμένους του άφωνους.
Το πρώτο κόστιζε 26.000 ευρώ και το δεύτερο πάνω από 15.000 ευρώ!
Ο Ματ Κράμερ έγραψε ότι όταν πίνεις ένα πολύ μεγάλο κρασί από την Βουργουνδία πρέπει να παραδεχτείς ότι υπάρχει και μια άλλη παρουσία στο σύμπαν πέρα από την δική μας.
Ο Ρόμπερτ Σλάι ένας κορυφαίος εμπειρογνώμονας του κρασιού είπε ότι ο θρυλικός αμπελώνας του Romanee-Conti είναι «ένα γραμματόσημο εδάφους στα 4,46 στρέμματα, που παράγει περίπου 500 κιβώτια ετησίως, το οποίο είναι λιγότερο από το ένα πέμπτο της παραγωγής του Château Lafite Rothschild του Μπορντό.
Τον Οκτώβριο του 2018 ένα Romanee-Conti του 1945 πωλήθηκε σε δημοπρασία του οίκου Sotheby’s 480.000 ευρώ, πιάνοντας τη υψηλότερη τιμή όλων των εποχών για ένα μπουκάλι κρασί, ένα από τα 600 εκείνης της χρονιάς.
Ο Ομπέρ Ντε Βιλέν είχε κάθε λόγο να χαμογελάσει μόλις το έμαθε…