Δύο τύποι νερού με παρόμοια υφή αλλά με εντελώς διαφορετική γεύση και επίδραση στην υγεία μας
Sponsored Content
Ζούμε στην εποχή που θέλουμε συνεχώς να βελτιώνουμε τον τρόπο ζωής μας. Σε καθημερινή βάση προσπαθούμε να φροντίζουμε τους εαυτούς μας όσο περισσότερο μπορούμε αλλάζοντας συνήθειες και βελτιώνοντας την ποιότητα των επιλογών μας. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη διατροφή μας ψάχνουμε να βρούμε λύσεις που να καλύπτουν τις ανάγκες μας όσο εξειδικευμένες και αν είναι. Αναζητούμε λοιπόν προϊόντα που μας κάνουν καλό και βάζουμε σε προτεραιότητα το νερό, δηλαδή το πολυτιμότερο φυσικό αγαθό.
Το καλύτερο για την υγεία μας
Μια νέα διατροφική τάση που κερδίζει όλο και περισσότερο τις προτιμήσεις των καταναλωτών είναι τα ανθρακούχα νερά. Οι έρευνες λένε ότι η κατανάλωσή τους μας χαρίζει ευεξία και βοηθάει να ελέγχουμε το σωματικό μας βάρος. Επίσης τα ανθρακούχα νερά βοηθάνε στη χώνεψη και συνοδεύουν ωραία ένα γεύμα καθώς είναι πιο υγιεινά από ένα ποτό ή ένα αναψυκτικό. Γι αυτό και τα ανθρακούχα καταναλώνονται πλέον παντού: στο καθημερινό τραπέζι, σε επίσημα γεύματα, στο σπίτι και στα εστιατόρια, πριν ή μετά την άθληση κλπ.
Σε τι μοιάζουν και σε τι διαφέρουν τα φυσικώς ανθρακούχα νερά και οι σόδες
Τα Φυσικώς Ανθρακούχα Νερά και οι σόδες είναι οι πιο δημοφιλείς τύποι ανθρακούχων νερών που κυκλοφορούν στην αγορά. Η αλήθεια είναι ότι έχουν παρόμοια υφή γι αυτό και δύσκολα τα ξεχωρίζουμε. Πιο συγκεκριμένα, οι φυσαλίδες που νιώθουμε στη γλώσσα και στον ουρανίσκο μας κάνουν να πιστεύουμε ότι πρόκειται για ίδια προϊόντα. Το σημαντικό είναι ότι η διαφορά τους φαίνεται στο στομάχι μας, στη διάρκεια της χώνεψης. Στην ουσία τα σοδόνερα είναι απλά νερά, μεταλλικά ή μη, τα οποία περιέχουν διοξείδιο του άνθρακα (CO2) σε ελεύθερη μορφή, δηλαδή τους προστίθεται βιομηχανικά ανθρακικό οξύ.
Αυτό το ιδιαίτερα όξινο στοιχείο, μας δίνει λανθασμένα την αίσθηση της χώνεψης αφού δεν αντιστέκεται στην οξύτητα του γαστρικού οξέος γι αυτό και όταν το καταναλώνουμε μας κάνει να αισθανόμαστε ανακούφιση από το φούσκωμα που μπορεί να έχουμε στο στομάχι μετά από ένα γεύμα.
Όταν όμως πίνουμε CO2 που δεν είναι συνδεδεμένο με Μέταλλα, όπως συμβαίνει στα Φυσικώς Ανθρακούχα Φυσικά Μεταλλικά Νερά, απελευθερώνεται βίαια και επιθετικά στο στομάχι. Ακόμα, τα σοδόνερα τις περισσότερες φορές έχουν δυσάρεστη γεύση και έντονη επίγευση. Το πρόσθετο CO2 δίνει τη γεύση μιας ξινής ή μιας μεταλλικής ή πλαστικής ή αλμυρής επίγευσης. Η κατανάλωση σοδόνερων αυξάνει τη γαστρική οξύτητα, η οποία μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όπως το έλκος, η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και η υπέρταση.
Τα Φυσικώς Ανθρακούχα Φυσικά Μεταλλικά Νερά αναβλύζουν κατευθείαν από την πηγή περιέχοντας το CO2, δηλαδή δεν τους προστίθεται βιομηχανικά εκ των υστέρων (όπως στα σοδόνερα). Ακόμα, περιέχουν διττανθρακικά άλατα (διττανθρακικο νάτριο, διττανθρακικό ασβέστιο, διττανθρακικό μαγνήσιο κλπ.) τα οποία εκλύουν, μετά την πόση, σταδιακά το διοξείδιο του άνθρακα. Τα διττανθρακικα άλατα είναι βασικά αλκαλικά στοιχεία που έχουν την ιδιότητα να βοηθούν στην ομαλή χώνεψη αντισταθμίζοντας την οξύτητα του γαστρικού οξέος. Αυτό είναι το βασικό πλεονέκτημα των Φυσικώς Ανθρακούχων Φυσικών Μεταλλικών Νερών σε σύγκριση με τα σοδόνερα.
To AQUA Carpatica ανθρακούχο είναι Φυσικώς Ανθρακούχο Μεταλλικό Νερό, πλούσιο σε φυσαλίδες CO2, που αναβλύζει από τα Καρπάθια όρη.
Κάτω από την επιφάνεια της γης, σε βάθος 200 μέτρων, το νερό προστατεύεται με ένα στρώμα μεταμορφωσιγενούς πετρώματος, καθώς αναμιγνύεται με φυσικό διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και αποκτά τις μοναδικές, φυσικές φυσαλίδες του.
Το AQUA Carpatica αποτελεί την κορυφαία υγιεινή επιλογή για τα γεύματά μας αλλά και για να ενυδατωθούμε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ένα λίτρο AQUA Carpatica Φυσικώς Ανθρακούχο νερό, παρέχει το 41% της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης ενός ενήλικα σε ασβέστιο και το 28% σε μαγνήσιο.
Επίσης το AQUA Carpatica περιέχει φυσικούς ηλεκτρολύτες, δηλαδή μεταλλικά στοιχεία ενώ το AQUA Carpatica Φυσικώς Ανθρακούχο Μεταλλικό Νερό δεν έχει καθόλου νιτρικά γι αυτό και η γεύση του είναι ευχάριστη, χωρίς καμία επίγευση.