Το Forum χαρτογραφεί τις δυνατότητες και τις προοπτικές της Ελλάδας σε βάθος εικοσαετίας και εντάσσει στο έργο του το επείγον ζήτηµα των άµεσων περιβαλλοντικών προκλήσεων
Περιβαλλοντική υποβάθµιση, υπερθέρµανση του πλανήτη, εκποµπές αερίων του θερµοκηπίου, ακραίες φυσικές καταστροφές. Ολα συµβαίνουν συνδυαστικά τώρα. Αύριο, τι;
Η ανθρωπότητα παρακολουθεί το λιώσιµο των αρκτικών πάγων. Βιώνει ταυτόχρονα αφόρητους καύσωνες, αλλά και ψυχρότερους χειµώνες, κατακλυσµιαίες πληµµύρες και ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, σαρωτικές αµµοθύελλες και µεγάλης κλίµακας ξηρασίες. Συνδέεται µε τις ταχύτατες αλλαγές στη χρήση της γης και την απώλεια της βιοποικιλότητας µε τη ραγδαία εξαφάνιση φυτών και ζώων.
Ο πλανήτης αντιµετωπίζει άµεσους κινδύνους δραστικής ερηµοποίησης, δραµατικής µείωσης του πόσιµου νερού, εκτεταµένης παράκτιας διάβρωσης, σηµαντικής ανόδου της θαλάσσιας στάθµης, υπερέκθεσης σε µολυσµατικές ασθένειες.
Η οικουµενικότητα της κλιµατικής αλλαγής καθιστά αβέβαιο το µέλλον των επόµενων γενεών. Για τον µετριασµό και την αναστροφή της απαιτείται παγκόσµια επαγρύπνηση, η οποία οφείλει να µετουσιωθεί σε στοχευµένες εθνικές δράσεις. Με κινητήριο µοχλό τους την τεχνολογία, την καινοτοµία, την προσαρµοστικότητα, την υπεύθυνη συµµετοχή της κοινωνίας των πολιτών, τη διαγενεακή αλληλεγγύη. Τα ευχολόγια δεν αρκούν πια.
Στο πλαίσιο της εµβληµατικής δράσης της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», το Forum «Η Ελλάδα το 2040», που χαρτογραφεί τις δυνατότητες και τις προοπτικές της Ελλάδας σε βάθος εικοσαετίας, έχει εντάξει στο έργο του το επείγον ζήτηµα των άµεσων περιβαλλοντικών προκλήσεων.
Τον θεµατικό άξονα του Forum «Προοπτικές για το περιβάλλον και την κλιµατική αλλαγή» έχει αναλάβει η οµάδα µε επικεφαλής την κυρία Αικατερίνη Πολυµέρου-Καµηλάκη, πρώην διευθύντρια του Κέντρου Ερευνας Λαογραφίας της Ακαδηµίας Αθηνών.
Τον θεµατικό άξονα «Απόψεις για τις Βιώσιµες Πόλεις» η Επιτροπή έχει εµπιστευτεί στην οµάδα µε επικεφαλής τον κ. ∆ηµήτρη Παπαστεργίου, εν ενεργεία δήµαρχο Τρικκαίων και πρόεδρο της Κεντρικής Ενωσης ∆ήµων Ελλάδας.
Η πρώτη θεµατική οµάδα διερευνά τις τρέχουσες περιβαλλοντικές συνθήκες και δροµολογεί δράσεις µε τη συµµετοχή συλλογικοτήτων, σωµατείων, εκπαιδευτικών φορέων και ΜΚΟ, οι οποίες αφορούν: τη φυσική και περιβαλλοντική αναζωογόνηση, την ευαισθητοποίηση των πολιτών, την ανάπτυξη περιβαλλοντικής συνείδησης, την επίτευξη αειφορίας.
Οπως υπογραµµίζει η κυρία Πολυµέρου-Καµηλάκη: «Η κοινωνία επανεντάσσει στην καθηµερινή ζωή τις αρχές της αειφορίας, της ανακύκλωσης, της κυκλικής οικονοµίας, οι οποίες κυριαρχούσαν στις παραδοσιακές κοινωνίες και σήµερα παρουσιάζονται ως νεωτερικές ιδέες. Ωστόσο, κανείς δεν µπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι µπορεί ή πρέπει να ανακατασκευαστεί η νοοτροπία παλαιότερων κοινωνιών».
Εξάλλου, η Ελλάδα, ως µέλος της Ε.Ε., επιταχύνει την ανάπτυξη της παραγωγής καθαρής ενέργειας, σύµφωνα µε την ευρωπαϊκή προοπτική της διασφάλισης κλιµατικής ουδετερότητας µέχρι το 2050. Παράλληλα, η χώρα ενσωµατώνει τους κλιµατικούς στόχους της ευρωπαϊκής νοµοθεσίας που αποσκοπούν στη µείωση των εκποµπών αερίων κατά 55% έως το 2030.
Ωστόσο, στη σχέση αλληλεξάρτησης ανάµεσα στην κλιµατική αλλαγή και τη βιώσιµη αστική ανάπτυξη οι πόλεις απειλούνται σήµερα από πληθώρα κινδύνων. Η αβεβαιότητά τους για το εγγύς µέλλον εντείνεται από προβλήµατα ραγδαίας αστικοποίησης, κυκλοφοριακής συµφόρησης, ρύπανσης, σκουπιδιών, υπερκατανάλωσης ενέργειας, κατάχρησης γης, κατασπατάλησης πόρων, υποβάθµισης των υποδοµών, κακοδιαχείρισης των αποβλήτων.
Το ζητούµενο είναι πώς θα γίνουν πιο ανθρωποκεντρικές, βιώσιµες, έξυπνες, πράσινες, ανθεκτικές.
Ηδη πόλεις όπως η Φρανκφούρτη και η Κοπεγχάγη πρωτοπορούν. Επενδύουν σε ανανεώσιµες πηγές και υιοθετούν µε επιτυχία καινοτόµες πολιτικές µε στόχο την πράσινη οικονοµία.
Οπως σηµειώνει ο κ. Παπαστεργίου: «Επειδή στην Ελλάδα καθοδηγούµαστε πολύ από το παράδειγµα, αυτά τα καλά παραδείγµατα θα αναζητήσουµε, θα αναλύσουµε και θα προσαρµόσουµε στα δικά µας δεδοµένα και τεχνολογικά µέτρα. Βασικό είναι να πείσουµε τις τοπικές αρχές να βάλουν µια πιο ολιστική προσέγγιση στον σχεδιασµό των πόλεων του αύριο. Με τον τρόπο αυτό θα µπορέσουµε να φέρουµε κοντά µας τους πολίτες, ώστε να ασχοληθούν και πάλι µε τα κοινά, να αγαπήσουν και πάλι τις πόλεις και τον δηµόσιο χώρο».